Στις 31 Ιανουαρίου 2025, ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο ανακοίνωσε ότι ενημέρωσε το Κογκρέσο των ΗΠΑ για την ανάκληση της αναστολής της δυνατότητας υποβολής αγωγών στα boreioαμερικανικά δικαστήρια βάσει του άρθρου 3 του νόμου Helms-Burton.
Επίσης, ενέκρινε την επαναφορά της λίστας των κουβανικών οντοτήτων υπό περιορισμό, με τις οποίες απαγορεύεται σε οντότητες ή πρόσωπα στις Ηνωμένες Πολιτείες να πραγματοποιούν συναλλαγές, επί ποινή επιβολής προστίμου και δέσμευσης των περιουσιακών τους στοιχείων. Ανέφερε την απόφαση να προστεθεί στη λίστα η κουβανική εταιρεία επεξεργασίας εμβασμάτων, Orbit s.a.
Οι ενέργειες αυτές δεν ήταν αναμενόμενες. Είναι βήματα που ήταν απαραίτητα για να αναιρέσουν τις καθυστερημένες αλλά θετικές αποφάσεις που ανακοίνωσε ο πρόεδρος Τζόζεφ Μπάιντεν στις 14 Ιανουαρίου.
Η ανακοίνωση αυτή αποτελεί ενδεχομένως και το προοίμιο άλλων μέτρων που η ομάδα που είναι επιφορτισμένη με το θέμα της Κούβας σε αυτή την κυβέρνηση έχει σχεδιάσει από το 2017 για να μπορέσει να συσφίξει περαιτέρω, χωρίς λόγο και ανεύθυνα, την πολιορκία κατά της Κούβας σε αναζήτηση νέων και αναπόφευκτων σεναρίων επιδείνωσης και διμερούς αντιπαράθεσης.
Στόχος των μέτρων είναι να εκφοβίσουν τους ξένους επενδυτές και να τους αποτρέψουν από το να συμβάλουν στην οικονομική ανάπτυξη της Κούβας και στην ευημερία των Κουβανών, μέσω της ρητής απειλής να μηνυθούν στα βορειοαμερικανικά δικαστήρια. Στόχος είναι επίσης να κλείσουν όλες οι πηγές εξωτερικού εισοδήματος για την κουβανική οικονομία στο σύνολό της, να σαμποτάρουν εγκληματικά την ικανότητα όλων των οικονομικών φορέων, δημόσιων και ιδιωτικών, να παρέχουν αγαθά και υπηρεσίες και να επιδεινώσουν περαιτέρω το βιοτικό επίπεδο του πληθυσμού που πλήττεται από τον αποκλεισμό και τα πρόσθετα μέτρα που επιβλήθηκαν κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του Τραμπ, να δημιουργήσουν κοινωνικό εκνευρισμό και αποσταθεροποίηση και να προσπαθήσουν να επιτύχουν τον συχνά ονειρεμένο αλλά ποτέ επιτευχθέντα σκοπό της ανατροπής της Επανάστασης για σκοπούς κυριαρχίας και τιμωρίας.
Οι ενέργειες αυτές συνοδεύονται από επικοινωνιακές επιχειρήσεις παραπληροφόρησης και απαξίωσης και από έναν ισχυρό μηχανισμό χειραγώγησης στις ψηφιακές πλατφόρμες, με στόχο να καταστήσουν την Κούβα υπεύθυνη για τον αντίκτυπο των εγκληματικών μέτρων της βορειοαμερικανικής κυβέρνησης, ώστε ο κόσμος και ο λαός της Κούβας να μην αναγνωρίζουν τους εκτελεστές τους.
Πρόκειται για τους ίδιους πολιτικούς που καθοδηγούνται από την αφοσίωσή τους σε αντιδραστικές οικογένειες και ομάδες ειδικών συμφερόντων στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Φλόριντα, οι οποίες επωφελούνται από τον αποκλεισμό της Κούβας θυσιάζοντας την ευημερία και απειλώντας τα μέσα διαβίωσης του κουβανικού λαού. Αυτοί οι σημερινοί πολιτικοί είναι οι ίδιοι αρχιτέκτονες των δεκάδων πρόσθετων μέτρων στον αποκλεισμό που τέθηκαν σε ισχύ μεταξύ 2017 και 2021.
Από την ψήφιση του νόμου Helms-Burton το 1996 και μέχρι το 2019, κάθε πρόεδρος των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένου του Tραμπ κατά τα δύο πρώτα έτη της προηγούμενης θητείας του, χρησιμοποίησε διαδοχικά την εκτελεστική εξουσία για να αναστείλει την εφαρμογή του άρθρου 3 κάθε έξι μήνες, αναγνωρίζοντας ότι παραβιάζει το διεθνές δίκαιο και την κυριαρχία άλλων κρατών. Συνειδητοποίησαν επίσης ότι η εφαρμογή του θα δημιουργούσε ανυπέρβλητα εμπόδια σε κάθε προοπτική διευθέτησης των απαιτήσεων και αποζημίωσης των Βορειομερικανών των οποίων η περιουσία είχε νομίμως εθνικοποιηθεί κατά τον θρίαμβο της Επανάστασης.
Ως αποτέλεσμα, από το 2019, έχουν κατατεθεί στα δικαστήρια περίπου 45 αγωγές, κυρίως κατά βορειοαμερικανικών εταιρειών. Έχουν αναγκαστεί να δαπανήσουν χρήματα, χρόνο και ενέργεια για να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους απέναντι σε αυτό που οι ειδικοί θεωρούν ότι αποτελεί μια νομική εκτροπή, με πτυχές που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως αντισυνταγματικές. Μεταξύ των πιο σημαντικών εκτροπών, το άρθρο επεκτείνει την ισχύ του σε ιδιοκτήτες που δεν ήταν πολίτες των ΗΠΑ κατά τη στιγμή των εθνικοποιήσεων και των οποίων η υποτιθέμενη ιδιοκτησία δεν έχει πιστοποιηθεί από κανέναν.
Πρόκειται για μέτρα που δεν έχουν καμία σχέση με το εθνικό συμφέρον των Ηνωμένων Πολιτειών ή με τις επιθυμίες μεγάλου μέρους της επιχειρηματικής κοινότητας της χώρας αυτής να συμμετάσχει στην κουβανική οικονομία. Αντιθέτως, συνδέονται με τις ξεπερασμένες επιθυμίες των πολιτικών κληρονόμων του δικτάτορα Φουλχένσιο Μπατίστα να ανακαταλάβουν την Κούβα.
Αποτελεί απόδειξη του διεφθαρμένου χαρακτήρα με τον οποίο λειτουργεί η εν λόγω κυβέρνηση γενικά και, ειδικότερα, του στόχου της να πνίξει οικονομικά την Κούβα, να προκαλέσει ζημιά στο λαό μας και να περιμένει από εμάς να παραιτηθούμε από τα κυριαρχικά προνόμια, η κατάκτηση των οποίων κόστισε τόσα χρόνια, προσπάθειες και ζωές.
Με την επανενεργοποίηση του άρθρου 3, ολοκληρώνεται και πάλι η εφαρμογή στο σύνολό του, του νόμου Helms-Burton, ο οποίος διακρίνεται για την ακραία εξωεδαφική του εμβέλεια, επειδή παραβιάζει τους κανόνες και τις αρχές του διεθνούς δικαίου, παραβιάζει τους κανόνες του εμπορίου και των διεθνών οικονομικών σχέσεων και είναι επιζήμιος για την κυριαρχία άλλων κρατών, κυρίως επειδή οι διατάξεις του επηρεάζουν εταιρείες και πρόσωπα εγκατεστημένα στο έδαφός τους. Έχει απορριφθεί ευρέως, σταθερά και σχεδόν ομόφωνα από τη διεθνή κοινότητα στα Ηνωμένα Έθνη, σε εξειδικευμένους διεθνείς και περιφερειακούς οργανισμούς. Αρκετές χώρες διαθέτουν εθνικούς νόμους για την αντιμετώπιση των εξωεδαφικών επιπτώσεων του νόμου αυτού.
Η Κυβέρνηση της Κούβας επαναλαμβάνει τα αξιώματα του Νόμου για την επαναβεβαίωση της κουβανικής αξιοπρέπειας και κυριαρχίας (Νόμος αριθ. 80)* και υπενθυμίζει την απόφαση του Λαϊκού Επαρχιακού Δικαστηρίου της Αβάνας, στις 2 Νοεμβρίου 1999, να κηρύξει παραδεκτή την αγωγή κατά της Κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών για ανθρώπινες ζημίες, επιβάλλοντάς της την υποχρέωση να αποκαταστήσει και να αποζημιώσει τον κουβανικό λαό με το ποσό των 181,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Στη συνέχεια, στις 5 Μαΐου 2000, το Δικαστήριο προσδιόρισε τις οικονομικές ζημίες που προκλήθηκαν στην Κούβα και επιδίκασε υπέρ της Κούβα αποζημίωση ύψους 121 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Η Κούβα επανέλαβε την προθυμία της να βρει λύση για τις αμοιβαίες αξιώσεις και τις αποζημιώσεις. Οι εθνικοποιήσεις της Κούβας πραγματοποιήθηκαν υπό την προστασία του νόμου, σε αυστηρή συμφωνία με το Σύνταγμα της χώρας μας και σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Όλες οι εθνικοποιήσεις προέβλεπαν δίκαιες και επαρκείς διαδικασίες αποζημίωσης, τις οποίες η κυβέρνηση των ΗΠΑ αρνήθηκε να εξετάσει. Η Κούβα συνήψε και τήρησε παγκόσμιες συμφωνίες αποζημίωσης με άλλα έθνη που σήμερα επενδύουν στη χώρα μας, όπως η Ισπανία, η Ελβετία, ο Καναδάς, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γερμανία και η Γαλλία.
Ομοίως, η κουβανική κυβέρνηση καταγγέλλει και καθιστά την κυβέρνηση των ΗΠΑ υπεύθυνη για τις άμεσες συνέπειες που θα έχει το νέο μέτρο σε ολόκληρη τη χώρα κατά του δικαιώματος των Κουβανών μεταναστών να στέλνουν εμβάσματα και να βοηθούν τους συγγενείς τους, οι οποίοι ήδη υποφέρουν πάρα πολύ από την πολιορκία που έχει ενταθεί λόγω της άδικης και δόλιας συμπερίληψης της Κούβας στη λίστα των φερόμενων κρατών~χορηγών της τρομοκρατίας.
Η Κούβα απορρίπτει κατηγορηματικά με σθένος και αποφασιστικότητα αυτές τις αποφάσεις. Τις εκλαμβάνει ως μια νέα εχθρική και αλαζονική πράξη και αποκρούει την ασεβή και συκοφαντική γλώσσα της ανακοίνωσης του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, γεμάτη ψέματα σε μια προσπάθεια να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα.
Κανείς δεν θα ξεγελαστεί από τις ψεύτικες προφάσεις τους για να προσπαθήσουν να δικαιολογήσουν αυτή και κάθε μελοντική κακοήθη επίθεση. Το μόνο που θα καταφέρουν είναι να ενισχύσουν την απομόνωση και την καθολική απόρριψη της επαίσχυντης κατάχρησης των κυβερνήσεων των ΗΠΑ εναντίον της Κούβας και του λαού της.
Καλούμε τη διεθνή κοινότητα να αντιταχθεί, να καταγγείλει και να συμπαρασταθεί στο λαό μας απέναντι στη νέα και επικίνδυνη επίθεση που μόλις ξεκίνησε.
Θα κάνουν μεγάλη ζημιά με τα δολοφονικά και δειλά σχέδια και μέτρα τους, αλλά δεν θα πετύχουν ποτέ τον κύριο στόχο τους, να γονατίσουν και να υποτάξουν την Κούβα .
Η Κούβα θα νικήσει!
Αβάνα, 1 Φεβρουαρίου 2025.