Πηγή: Ministerio de Relaciones Exteriores de Cuba
1) να αφαιρέσει την Κούβα από τον κατάλογο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ με τις χώρες που φέρονται να υποστηρίζουν την τρομοκρατία2) να χρησιμοποιήσει το προεδρικό προνόμιο για να αποτρέψει την προσφυγή στα αμερικανικά δικαστήρια σε αγωγές που έχουν κατατεθεί βάσει του τίτλου ΙΙΙ του νόμου Helms-Burton3) να αφαιρέσει τον κατάλογο των κουβανικών οντοτήτων που υπόκεινται σε περιορισμούς, ο οποίος ορίζει μια ομάδα ιδρυμάτων με τα οποία απαγορεύεται στους πολίτες και τα ιδρύματα των ΗΠΑ να πραγματοποιούν οικονομικές συναλλαγές, γεγονός που είχε αντίκτυπο σε τρίτες χώρες.
Παρά τον περιορισμένο χαρακτήρα της, πρόκειται για μια απόφαση προς τη σωστή κατεύθυνση και σύμφωνα με το διαρκές και σταθερό αίτημα της κυβέρνησης και του λαού της Κούβας, καθώς και με την ευρεία, εμφατική και επαναλαμβανόμενη έκκληση πολλών κυβερνήσεων, ιδίως στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, των Κουβανών που ζουν στο εξωτερικό, των πολιτικών, θρησκευτικών και κοινωνικών οργανώσεων και πολλών πολιτικών προσώπων στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε άλλες χώρες. Η κουβανική κυβέρνηση ευχαριστεί όλους για τη συμβολή και την ευαισθησία τους.
Η απόφαση αυτή θέτει τέλος σε συγκεκριμένα καταναγκαστικά μέτρα που, μαζί με πολλά άλλα, προκαλούν σοβαρή ζημία στην κουβανική οικονομία, με σοβαρές επιπτώσεις στον πληθυσμό. Αυτό είναι και ήταν ένα θέμα στις επίσημες συνομιλίες της Κούβας με την κυβέρνηση των ΗΠΑ.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι ο οικονομικός αποκλεισμός και πολλά από τα δεκάδες καταναγκαστικά μέτρα που έχουν τεθεί σε εφαρμογή από το 2017 για την ενίσχυσή του, παραμένουν σε ισχύ, με πλήρη εξωεδαφική εφαρμογή και κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων των Κουβανών.
Για να αναφέρουμε μερικά μόνο παραδείγματα, συνεχίζεται η παράνομη και επιθετική δίωξη των προμηθειών καυσίμων που η Κούβα έχει νόμιμο δικαίωμα να εισάγει. Η σκληρή και παράλογη δίωξη των νόμιμων διεθνών συμφωνιών ιατρικής συνεργασίας της Κούβας με άλλες χώρες συνεχίζεται, απειλώντας να στερήσει εκατομμύρια ανθρώπους από υπηρεσίες υγείας και περιορίζοντας τις δυνατότητες του συστήματος δημόσιας υγείας της Κούβας. Οι διεθνείς οικονομικές συναλλαγές της Κούβας ή κάθε άλλου έθνούς που έχει σχέση με την Κούβα παραμένουν υπό απαγόρευση και αντίποινα. Τα εμπορικά πλοία που ελλιμενίζονται στην Κούβα παραμένουν επίσης υπό απειλή.
Από την άλλη, όλοι οι πολίτες των ΗΠΑ, οι εταιρείες και οι θυγατρικές των βορειοαμερικανικών εταιρειών απαγορεύεται να συναλλάσσονται με την Κούβα ή με κουβανικές οντότητες, με πολύ περιορισμένες και ρυθμισμένες εξαιρέσεις. Η παρενόχληση, ο εκφοβισμός και οι απειλές κατά των υπηκόων κάθε χώρας που προτίθεται να συναλλάσσεται ή να επενδύει στην Κούβα εξακολουθούν να αποτελούν επίσημη πολιτική των ΗΠΑ. Η Κούβα παραμένει ένας προορισμός που η κυβέρνηση των ΗΠΑ απαγορεύει στους πολίτες της να επισκέπτονται.
Ο οικονομικός πόλεμος παραμένει και εξακολουθεί να αποτελεί το βασικό εμπόδιο για την ανάπτυξη και την ανάκαμψη της κουβανικής οικονομίας με υψηλό ανθρώπιστικό κόστος για τον πληθυσμό και συνεχίζει να αποτελεί ένα κίνητρο για τη μετανάστευση.
Η απόφαση που ανακοινώθηκε σήμερα από τις Ηνωμένες Πολιτείες διορθώνει, με πολύ περιορισμένο τρόπο, πτυχές μιας σκληρής και άδικης πολιτικής. Πρόκειται για μια διόρθωση που γίνεται τώρα, στα πρόθυρα μιας κυβερνητικής αλλαγής, ενώ θα έπρεπε να είχε γίνει εδώ και χρόνια, ως στοιχειώδης πράξη δικαιοσύνης, χωρίς να ζητάει τίποτα σε αντάλλαγμα και χωρίς να κατασκευάζει προσχήματα για να δικαιολογήσει την αδράνεια, αν επιθυμούσε να ενεργήσει σωστά. Για να εξαιρεθεί η Κούβα από τον αυθαίρετο κατάλογο των κρατικών χορηγών της τρομοκρατίας, θα έπρεπε να αρκούσε η αναγνώριση της αλήθειας, η παντελής απουσία λόγων για έναν τέτοιο χαρακτηρισμό και οι υποδειγματικές επιδόσεις της χώρας μας στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας, τις οποίες παραδέχθηκαν ακόμη και κυβερνητικές υπηρεσίες των ΗΠΑ.
Είναι γνωστό ότι η κυβέρνηση της χώρας αυτής θα μπορούσε στο μέλλον να ανατρέψει τα μέτρα που υιοθετήθηκαν σήμερα, όπως έχει συμβεί σε άλλες περιπτώσεις και ως ένδειξη της έλλειψης νομιμότητας, ηθικής, συνέπειας και λογικής στη συμπεριφορά της έναντι της Κούβας.
Για να το κάνουν αυτό, οι Βορειοαμερικανοί πολιτικοί δεν θα μπορέσουν να βρουν ειλικρινή δικαιολογία όσο παραμένει σε ισχύ το όραμα που περιέγραψε το 1960 ο τότε βοηθός υπουργός Εξωτερικών Λέστερ Μάλορυ και ο στόχος του να υποτάξει τους Κουβανούς μέσω της οικονομικής περικύκλωσης, της δυστυχίας, της πείνας και της απόγνωσης. Δεν θα σταματήσουν σε δικαιολογίες όσο η κυβέρνηση αυτή παραμένει ανίκανη να αναγνωρίσει και να αποδεχθεί το δικαίωμα της Κούβας στην αυτοδιάθεση και όσο παραμένει πρόθυμη να αναλάβει το πολιτικό κόστος της διεθνούς απομόνωσης που επιφέρει η γενοκτονική και παράνομη πολιτική της οικονομικής ασφυξίας κατά της Κούβας.
Η Κούβα θα συνεχίσει να αντιμετωπίζει και να καταγγέλλει αυτή την πολιτική οικονομικού πολέμου, τα προγράμματα παρεμβολής και τις επιχειρήσεις παραπληροφόρησης και δυσφήμισης που χρηματοδοτούνται κάθε χρόνο με δεκάδες εκατομμύρια δολάρια από τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό των ΗΠΑ. Θα παραμείνει επίσης πρόθυμη να αναπτύξει μια σχέση σεβασμού με τη χώρα αυτή, βασισμένη στο διάλογο και τη μη ανάμειξη στις εσωτερικές υποθέσεις της μιάς χώρας στης άλλης, παρά τις διαφορές.