Αβάνα 12/09/2013
Παρέμβαση του Ricardo Alarcón de Quesada στη Διεθνή Συνάντηση για την
Απελευθέρωση των Πέντε, με σύνθημα 15 χρόνια, Φτάνει πια!
Μια από τις πιο σημαντικές παρεμβάσεις στη Διεθνή
Συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στην Αβάνα στις 12 Σεπτεμβρίου 2013, μ’ αφορμή
την επέτειο της σύλληψής των Πέντε στις Ηνωμένες Πολιτείες, ήταν αυτή του Ricardo Alarcón de Quesada, που έδωσε το στίγμα της σημερινής κατάστασης της
υπόθεσης.
Νομικά, είπε, η υπόθεση βρίσκεται στο ίδιο σημείο που
βρισκόταν πριν 1 χρόνο. Περιμένουμε ακόμα την απόφαση της δικαστού Joan Lenard,
ζητώντας να παρουσιαστούν οι αποδείξεις που παραμένουν κρυφές και που δείχνουν
το «σόου» που έστησε ο Τύπος, σε σχέση με την δίκη, στο Μαϊάμι. Καταδίκασε,
επίσης, την «κατάφορη παραβίαση κάθε νομιμότητας και ηθικής» εκ μέρους των Βόρειο-αμερικανικών
αρχών στην περίπτωση του Ramón, Fernando, Antonio, Gerardo και René.
Πολύ αποκαλυπτικό είναι επίσης και το άρθρο του ιδίου,
που δημοσιεύτηκε στην Granma, στις 6 Σεπτεμβρίου και που σε
κομμάτια του, αναφέρθηκε και στην παρέμβασή του στην Συνάντηση. Αναφέρει λοιπόν
εκεί: «Η πρώτη κατηγορία που καταλόγισαν στους Πέντε, τον Σεπτέμβριο του 1998,
ήταν ότι ήταν πράκτορες της Κούβας, μη καταχωρημένοι και τους πρόσαπταν και
άλλα μικρότερα αδικήματα. Τους τρεις από αυτούς, Gerardo, Ramón και Antonio, τους κατηγόρησαν επίσης και για “συνομωσία, με σκοπό
να διαπράξουν κατασκοπία”. Η Εισαγγελία δεν κατηγόρησε ποτέ κανέναν απ’ αυτούς
για κατασκοπία, για τον πολύ απλό λόγο, ότι δεν υπήρχε καμιά κατασκοπία και
επομένως, δεν μπορούσαν να φέρουν καμιά απόδειξη. Μάλιστα η Εισαγγελία
προχώρησε ακόμα περισσότερο, όταν προειδοποιούσε, στην αρχική της δήλωση, το
δικαστήριο να μην περιμένει ότι θα του προσκομίσει κανένα απόρρητο έγγραφο ή
κάτι ανάλογο. Το μόνο που θα έκανε ήταν να “πείσει” τα μέλη του, ότι οι
κατηγορούμενοι ήταν πρόσωπα κακοήθη, ικανά να οργανώσουν κάποια δράση που θα
θέσει σε κίνδυνο την Εθνική Ασφάλεια των ΗΠΑ, σε κάποιο υποθετικό μέλλον. Σύμφωνα
με την επιχειρηματολογία τους, η τιμωρία θα έπρεπε να είναι η αυστηρότερη,
διότι έθεταν σε κίνδυνο την ειρήνη και την ηρεμία του Μαϊάμι». Στην δίκη
μάλιστα, υπενθύμιζαν «στα τρομοκρατημένα μέλη του δικαστηρίου, ότι αν δεν τους
καταδίκαζαν θα “πρόδιδαν την κοινότητα”».
«Δεν χρειαζόταν να κάνουν κάτι άλλο. Τα ΜΜΕ ανέλαβαν
τα υπόλοιπα. Τους παρουσίαζαν σαν «κατασκόπους» ή ότι τους κατηγορούσαν για
«κατασκοπία». «Το ίδιο έκαναν και τον Σεπτέμβριο του 2008, όταν το Εφετείο
κατέληξε ομόφωνα, ότι δεν υπήρχαν αποδείξεις πως οι κατηγορούμενοι “είχαν στην
κατοχή τους μυστικές πληροφορίες” και επομένως οι ποινές δεύτερου βαθμού
(συνομωσία με σκοπό να διαπράξουν κατασκοπία) ήταν λανθασμένες, τις ακύρωσε και
διέταζε να επανακαθοριστούν οι ποινές του Ramón και του Antoniο. Και παρότι
αναγνώριζε ότι η ίδια διαδικασία έπρεπε να εφαρμοστεί και στον Gerardo, με μια απίστευτη πράξη νομικής διάκρισης, το
δικαστήριο αρνήθηκε να το κάνει επικαλούμενη ότι τα ήδη μια φορά ισόβια που είχε καταδικαστεί,
βάρυναν την θέση του».
Το ότι η περίπτωσή τους δεν περιελάμβανε κανενός
είδους μυστική ή στρατιωτική πληροφορία και ότι ποτέ δεν επηρεάστηκε η εθνική
ασφάλεια των ΗΠΑ, «δηλώθηκε από το Πεντάγωνο, καθαρά και ξάστερα, λίγο πριν
ξεκινήσει η δίκη». Επίσης πρώην υψηλοί αξιωματούχοι του στρατού, του ναυτικού,
των κομάντος και της αεροπορίας των ΗΠΑ το δήλωσαν ένορκα στην δίκη. Αυτό το
γεγονός δεν αποτέλεσε ποτέ είδηση στο Μαϊάμι.
Μάλιστα, από τότε που καταδικάστηκαν οι πέντε, τα
δικαστήρια των ΗΠΑ εξέτασαν και άλλες βαρύτερες περιπτώσεις, των οποίων όμως οι
ποινές σε σχέση με τις κατηγορίες δεν είχαν καμιά σχέση, με τις ποινές που
καταδίκασαν τους Πέντε. Κάποιες απ’ αυτές είναι ενδεικτικές:
- «Khaled
Abdel-Latif
Dumeisi, κατηγορήθηκε για πράκτορας, μη καταχωρημένος της
κυβέρνησης του Σαντάμ Χουσέϊν. Καταδικάστηκε τον Απρίλιο του 2004, εν μέσω του
πολέμου των ΗΠΑ εναντίον του Ιράκ, σε 3 χρόνια και 10 μήνες φυλάκιση.
- Leandro Aragoncillo
κρίθηκε ένοχος τον Ιούλιο του 2007, επειδή μετέδιδε μυστικές πληροφορίες της
εθνικής άμυνας των ΗΠΑ (περίπου 800 απόρρητα έγγραφα), που ήρθαν στην κατοχή
του από το γραφείο του στον Λευκό Οίκο, όπου δούλευε σαν στρατιωτικός ακόλουθος
των αντιπροέδρων Al Gore και Dick Cheney. Καταδικάστηκε σε 10 χρόνια φυλάκισης, ενώ ο συνεργός
του Michael Ray Aquino, σε 6 χρόνια και 4 μήνες.
- Gregg W. Bergersen, αναλυτής του Τμήματος Άμυνας, κρίθηκε ένοχος τον
Ιούλιο του 2008 ότι διοχέτευε πληροφορίες εθνικής άμυνας σε πρόσωπα μη
εξουσιοδοτημένα, μ’ αντάλλαγμα χρήματα και δώρα. Καταδικάστηκε σε 4 χρόνια και
9 μήνες φυλάκιση.
- Lawrence Anthony Franklin,
έφεδρος συνταγματάρχης της Αεροπορίας των ΗΠΑ, που δούλευε στο Τμήμα Άμυνας,
κρίθηκε ένοχος ότι διοχέτευε απόρρητες πληροφορίες και πληροφορίες εθνικής
άμυνας, συμπεριλαμβανομένων και στρατιωτικών μυστικών, σε εκπροσώπους ξένης
κυβέρνησης. Καταδικάστηκε σε 12 χρόνια και 7 μήνες φυλάκιση. Παρ’ όλα αυτά ποτέ
δεν μπήκε σε ομοσπονδιακή φυλακή. Ήταν ελεύθερος μέχρι την έφεση και τον Μάιο
του 2009 το Τμήμα Δικαιοσύνης απέσυρε τις κατηγορίες».
Είναι φανερό ότι οι παραπάνω κατηγορήθηκαν και
καταδικάστηκαν για πολύ πιο σοβαρά πράγματα, από τις κατηγορίες που βάρυναν
τους Πέντε. «Οι Πέντε, στο σύνολό τους,
έλαβαν ποινές 4 φορές ισόβια, συν 77 χρόνια. Δεν δούλευαν ούτε στο Πεντάγωνο,
ούτε στον Λευκό Οίκο, ούτε σε κανένα Κρατικό Τμήμα. Δεν είχαν, ούτε προσπάθησαν
να έχουν πρόσβαση σε καμιά μυστική πληροφορία».
Γιατί κατ’ αρχήν η δίκη τους ήταν πολιτική. Γιατί
έκαναν το λάθος να είναι κουβανοί. Γιατί θέλησαν να υπερασπιστούν την πατρίδα
τους αποτρέποντας βομβιστικές και άλλες επιθέσεις, που σχεδιάζονταν από
τρομοκρατικές οργανώσεις που δρούσαν στο έδαφος των ΗΠΑ, και μάλιστα θέλησαν να
το κάνουν στο Μαϊάμι. Διότι δικάστηκαν με βάση το μίσος που θρέφει χρόνια τώρα
η κουβανική μαφία του Μαϊάμι, εναντίον της Κούβας και του Φιντέλ προσωπικά. Στο
πρόσωπο των Πέντε Κουβανών Ηρώων καταδίκασαν την Κούβα, που τους «γελοιοποιεί»
χρόνια τώρα, αφού κάνουν ότι περνάει από το χέρι τους για να την ανατρέψουν (οικονομικός
και εμπορικός αποκλεισμός, αυτό που μεταφράζεται λανθασμένα εμπάργκο,
αποβάσεις, βομβιστικές επιθέσεις, σχέδια δολοφονίας του Φιντέλ, βιολογικό
πόλεμο και χίλια άλλα) κι αυτή δεν λέει να «πέσει». Διότι ο κουβανικός λαός
είναι διατεθειμένος να υπερασπίσει μέχρι θανάτου το δικαίωμά του στην ελευθερία,
την ανεξαρτησία, τα σοσιαλιστικά ιδανικά. Οι Πέντε το αποδεικνύουν περίτρανα
αυτό, με κάθε μέρα φυλακής που υπομένουν.