Πηγή - teleSUR
Oργανώσεις κατοίκων και συνδικάτα κατήγγειλαν ότι οι αρχές δεν έλαβαν μέτρα για να περιορίσουν την αύξηση των τιμών του νερού και του ηλεκτρικού ρεύματος.
Τις ίδιες καταγελίες έκαναν και οι αγροτικές συνδικαλιστικές οργανώσεις. Ο αντιπρόεδρος της Ενιαίας Συνομοσπονδίας Αγροτών, Βισέντε Τσόκε, κατήγγειλε ότι «αυτά τα οικονομικά μέτρα ευνοούν απλώς αυτούς, αλλά όχι τους αγρότες. Εμείς πρέπει να συνεχίσουμε να πληρώνουμε. Και τι θα γίνει με εμάς; Το ψωμί, φυσικά, έχει σαφώς αυξηθεί, δεν λένε τίποτα, αλλά όταν ο επιχειρηματικός τομέας επηρεάζεται, αμέσως λαμβάνουν μέτρα, φυσικά, για να τον ευνοήσουν».
Ο Τσόκε υπενθύμισε ότι στο Τσαπαρε χάθηκαν περισσότερα από 3.000 εκτάρια καλλιεργειών λόγω των βροχών, χωρίς η κυβέρνηση να έχει στείλει βοήθεια. «Χρειαζόμαστε βοήθεια επειγόντως τώρα για να ανακτήσουμε κάποια προϊόντα λιπασμάτων. Δεν υπάρχει τίποτα», πρόσθεσε, προειδοποιώντας ότι η επίσημη ρητορική που περιγράφει τη χώρα ως «ένα βόθρο και ένα πτώμα» αποσκοπεί στο να προετοιμάσει τον πληθυσμό να αποδεχτεί την ιδιωτικοποίηση των κρατικών επιχειρήσεων και την παράδοση στρατηγικών φυσικών πόρων στον ιδιωτικό τομέα.
Ο εκτελεστικός γραμματέας της Ενιαίας Συνδικαλιστικής Συνομοσπονδίας Αγροτών, Φελισιάνο Βεγαμόντε, υποστήριξε ότι οι δηλώσεις του Πας υποδηλώνουν ότι η Βολιβία πρέπει να επιστρέψει στις ιδιωτικοποιήσεις και την ελεύθερη αγορά, κάτι που θα προκαλούσε σοβαρή οικονομική ζημιά στους μικρούς αγροτικούς παραγωγούς και στον μεταποιητικό τομέα.
Οργανώσεις κατοίκων και συνδικάτα κατήγγειλαν ότι οι αρχές δεν έλαβαν μέτρα για να περιορίσουν την αύξηση των τιμών του νερού και του ηλεκτρικού ρεύματος, ούτε την αύξηση της τιμής του ψωμιού, μετά την κατάργηση της κρατικής επιδότησης.
Τέλος, αναφέρθηκε ότι τα πρώτα οικονομικά μέτρα της κυβέρνησης περιλάμβαναν την κατάργηση τεσσάρων φόρων που ευνοούσαν τους πιο εύπορους τομείς, μεταξύ των οποίων και ο φόρος μεγάλης ακίνητης περιουσίας.
