Πηγή: La Jornada
Η κυβέρνηση του προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, ανακοίνωσε την προηγούμενη βδομάδα την κατάργηση του καθεστώτος Προσωρινής Προστασίας (TPS), με το οποίο φιλοξενούνται 57.000 πολίτες της Ονδούρας από τότε που ο τυφώνας Μιτς έπληξε τη χώρα της Κεντρικής Αμερικής το 1998.
Το Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας αποφάσισε να μην παρατείνει την ισχύ του TPS για τους πολίτες της Ονδούρας, που λήγει στις 5 Ιουλίου.
Το μέτρο δίνει ενάμισι χρόνο στους Ονδουρένιους για να φύγουν από τις Ηνωμένες Πολιτείες ή να αιτηθούν άδεια παραμονής. Γύρω στα 428.000 άτομα από άλλες χώρες μπορεί να αντιμετωπίσουν την ίδια τύχη, καθώς η προστασία θα λήξει επίσης αυτό το έτος και αναμένεται ότι δεν θα ανανεωθεί.
Η προστασία για τους (τελευταίους) Ονδουρένιους θα ολοκληρωθεί στις 5 Ιανουαρίου 2020, ανακοίνωσε η Κίρστεν Νίλσεν, υπουργός Εσωτερικής Ασφάλειας, η οποία προσπαθεί να συγκρατήσει την παράνομη μετανάστευση και τόνισε ότι αυτή η προστασία ποτέ δεν ήταν μόνιμη, αλλά ακτιβιστές υπέρ των μεταναστών επέκριναν το μέτρο υποστηρίζοντας ότι αν μπει τέλος στο TPS θα έχει ως αποτέλεσμα άτομα που έχουν χρόνια ή δεκαετίες στις ΗΠΑ, μεταξύ αυτών όσοι έχουν παιδιά γεννημένα στη χώρα, να ζήσουν στη σκιά.
Η κυβέρνηση του προέδρου της Ονδούρας, Χουάν Ορλάντο Ερνάντες, εξέφρασε τη βαθιά λύπη του για το μέτρο και εξέδωσε δελτίο τύπου, στο οποίο αναγνώρισε ότι πρόκειται για μια κυρίαρχη απόφαση των Ηνωμένων Πολιτειών.
Δήλωσε ότι οι Ονδουρένιοι είναι και θα είναι πάντα ευπρόσδεκτοι στην πατρίδα τους, και θα τους διευκολύνει στην συνολική επανένταξή τους στην κοινωνία.
Περί τις 437.000 μετανάστες προερχόμενοι από 10 χώρες παρέμεναν κάτω από την προστασία του TPS, κατηγορία που δημιουργήθηκε το 1990 για να επιτρέψει σε άτομα από κράτη που είχαν πληγεί από φυσικές καταστροφές ή πολέμους να μπορούν να έχουν ένα σίγουρο μέρος για σύντομο χρονικό διάστημα.
Κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Τραμπ, το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας κατήργησε την μεταναστευτική προστασία σε ανθρώπους από το Σουδάν, τη Νικαράγουα, το Νεπάλ, την Αϊτή και το Ελ Σαλβαδόρ.
Ταυτόχρονα, ο αριθμός των μεταναστών χωρίς χαρτιά που εισήλθε στις Ηνωμένες Πολιτείες από τα σύνορα με το Μεξικό τριπλασιάστηκε σε σχέση με τον ίδιο μήνα του προηγούμενου έτους, αποκάλυψε το αρμόδιο υπουργείο, το οποίο προειδοποίησε ότι οι παράνομοι θα δικαστούν.
Η αύξηση του περάσματος μεταναστών προς τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι μια κρίση ασφάλειας που προκάλεσε ένα νέο κάλεσμα του Τραμπ να σηκώσει το συνοριακό τείχος που έχει υποσχεθεί με το Μεξικό:
«Τα νότια σύνορά μας βρίσκονται υπό πολιορκία. Το Κογκρέσο πρέπει να δράσει τώρα για να αλλάξει τους μεταναστευτικούς μας νόμους, αδύναμους και αναποτελεσματικούς. Πρέπει να χτίσει ένα τοίχος. Το Μεξικό που έχει ένα τεράστιο πρόβλημα εγκληματικότητας, κάνει λίγα για να βοηθήσει», έγραψε ο πρόεδρος στο Twitter.
Το Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας αποφάσισε να μην παρατείνει την ισχύ του TPS για τους πολίτες της Ονδούρας, που λήγει στις 5 Ιουλίου.
Το μέτρο δίνει ενάμισι χρόνο στους Ονδουρένιους για να φύγουν από τις Ηνωμένες Πολιτείες ή να αιτηθούν άδεια παραμονής. Γύρω στα 428.000 άτομα από άλλες χώρες μπορεί να αντιμετωπίσουν την ίδια τύχη, καθώς η προστασία θα λήξει επίσης αυτό το έτος και αναμένεται ότι δεν θα ανανεωθεί.
Η προστασία για τους (τελευταίους) Ονδουρένιους θα ολοκληρωθεί στις 5 Ιανουαρίου 2020, ανακοίνωσε η Κίρστεν Νίλσεν, υπουργός Εσωτερικής Ασφάλειας, η οποία προσπαθεί να συγκρατήσει την παράνομη μετανάστευση και τόνισε ότι αυτή η προστασία ποτέ δεν ήταν μόνιμη, αλλά ακτιβιστές υπέρ των μεταναστών επέκριναν το μέτρο υποστηρίζοντας ότι αν μπει τέλος στο TPS θα έχει ως αποτέλεσμα άτομα που έχουν χρόνια ή δεκαετίες στις ΗΠΑ, μεταξύ αυτών όσοι έχουν παιδιά γεννημένα στη χώρα, να ζήσουν στη σκιά.
Η κυβέρνηση του προέδρου της Ονδούρας, Χουάν Ορλάντο Ερνάντες, εξέφρασε τη βαθιά λύπη του για το μέτρο και εξέδωσε δελτίο τύπου, στο οποίο αναγνώρισε ότι πρόκειται για μια κυρίαρχη απόφαση των Ηνωμένων Πολιτειών.
Δήλωσε ότι οι Ονδουρένιοι είναι και θα είναι πάντα ευπρόσδεκτοι στην πατρίδα τους, και θα τους διευκολύνει στην συνολική επανένταξή τους στην κοινωνία.
Περί τις 437.000 μετανάστες προερχόμενοι από 10 χώρες παρέμεναν κάτω από την προστασία του TPS, κατηγορία που δημιουργήθηκε το 1990 για να επιτρέψει σε άτομα από κράτη που είχαν πληγεί από φυσικές καταστροφές ή πολέμους να μπορούν να έχουν ένα σίγουρο μέρος για σύντομο χρονικό διάστημα.
Κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Τραμπ, το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας κατήργησε την μεταναστευτική προστασία σε ανθρώπους από το Σουδάν, τη Νικαράγουα, το Νεπάλ, την Αϊτή και το Ελ Σαλβαδόρ.
Ταυτόχρονα, ο αριθμός των μεταναστών χωρίς χαρτιά που εισήλθε στις Ηνωμένες Πολιτείες από τα σύνορα με το Μεξικό τριπλασιάστηκε σε σχέση με τον ίδιο μήνα του προηγούμενου έτους, αποκάλυψε το αρμόδιο υπουργείο, το οποίο προειδοποίησε ότι οι παράνομοι θα δικαστούν.
Η αύξηση του περάσματος μεταναστών προς τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι μια κρίση ασφάλειας που προκάλεσε ένα νέο κάλεσμα του Τραμπ να σηκώσει το συνοριακό τείχος που έχει υποσχεθεί με το Μεξικό:
«Τα νότια σύνορά μας βρίσκονται υπό πολιορκία. Το Κογκρέσο πρέπει να δράσει τώρα για να αλλάξει τους μεταναστευτικούς μας νόμους, αδύναμους και αναποτελεσματικούς. Πρέπει να χτίσει ένα τοίχος. Το Μεξικό που έχει ένα τεράστιο πρόβλημα εγκληματικότητας, κάνει λίγα για να βοηθήσει», έγραψε ο πρόεδρος στο Twitter.