Η Λατινοαμερικάνικη Αριστερά αντιμέτωπη με την δεξιά επίθεση και τα ίδια της τα λάθη ;
Του Ραφαέλ Κορέα Ντελγκάδο, πρώην προέδρου του Εκουαδόρ
Πηγή: Confirmado.Net
ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ
Οι
στρατηγικοί άξονες της συντηρητικής
επανόδου
Η
στρατηγική των αντιδραστικών δυνάμεων
είναι διαμορφωμένη περιφερειακά και
θεμελιώνεται βασικά σε δύο άξονες: την
υποτιθέμενη αποτυχία του οικονομικού
μοντέλου της Αριστεράς και την επιδιωκόμενη
έλλειψη ηθικής ισχύος των προοδευτικών
κυβερνήσεων.
Σε
σχέση με τον πρώτο άξονα, από το δεύτερο
εξάμηνο του 2014, εξαιτίας του δυσμενούς
διεθνούς περιβάλλοντος, όλη η περιοχή
υπέστη μια οικονομική επιβράδυνση που
μετατράπηκε σε ύφεση τα δυο τελευταία
χρόνια, με ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης
του 1,2%, -0,2% και -0,8% για τα έτη 2014, 2015 και
2016, αντίστοιχα. Τα αποτελέσματα είναι
διαφορετικά μεταξύ χωρών και υποπεριοχών,
ως αντανάκλαση της διαφορετικής
οικονομικής δομής, αλλά και οικονομικής
πολιτικής που εφαρμόστηκε.
Όμως οι οικονομικές δυσκολίες χωρών
όπως η Βενεζουέλα ή η Βραζιλία εκλαμβάνονται
ως παράδειγμα αποτυχίας του σοσιαλισμού,
όταν η Ουρουγουάη, με μια κυβέρνηση της
αριστεράς, είναι η πιο ανεπτυγμένη χώρα
νότια του Ρίο Μπράβο, ή όταν η Βολιβία
παρουσιάζει τους καλύτερους
μακροοικονομικούς δείκτες του πλανήτη.
Στην περίπτωση του Εκουαδόρ, αντιμετωπίζουμε αυτό που ονομάζουμε «Η Τέλεια Καταιγίδα»: Η πτώση των εξαγωγών μαζί με μια σημαντική ανατίμηση του δολαρίου, του επίσημου νομίσματος. Οι αρνητικοί εξωτερικοί κλυδωνισμοί που δεχτήκαμε κατά τα έτη 2015 – 2016, δεν έχουν μέτρο σύγκρισης στη σύγχρονη ιστορία του Εκουαδόρ. Για πρώτη φορά τα τελευταία τριάντα χρόνια, είχαμε δύο συνεχόμενα χρόνια μείωσης των εξαγωγών, χάνοντας περίπου το 10% του ΑΕΠ. Το 2016, η αξία των εξαγωγών ήταν μόλις και μετά βίας το 64% σε σύγκριση με το κλείσιμο του έτους 2014. Το πρώτο τρίμηνο του 2016, η τιμή ανά βαρέλι του πετρελαίου του Εκουαδόρ ήταν κάτω από το μυθικό χαμηλό των 20 δολαρίων, ώστε να μην φτάνει να καλύψει ούτε το κόστος παραγωγής.
Εν τω μεταξύ,
το βορειοαμερικανικό δολάριο συμπεριφερόταν
ακριβώς αντίθετα στις μακροοικονομικές
ανάγκες, περνώντας από το 0.734 στο 0,948
ισοτιμίας ευρώ/δολαρίου, στο διάστημα
Γενάρης του 2014 με Δεκέμβρης του 2016.
Δηλαδή, περίπου 30% αύξηση της τιμής του.
Τα νομίσματα των γειτονικών χωρών όπως
η Κολομβία έφτασαν να υποτιμηθούν πάνω
από 70%.
Οι
καθαρές δημοσιονομικές απώλειες μεταξύ
2015 και 2016 υπολογίζονται σε 12% του ΑΕΠ.
Για πρώτη φορά στην ιστορία, αντί να
εισπράττει πετρελαϊκά έσοδα, η Κεντρική
Κυβέρνηση έπρεπε να δώσει περίπου 1,6
δις δολάρια στις κρατικές εταιρίες
πετρελαίου γα να μην χρεοκοπήσουν,
όπως συνέβη με πολλές εταιρείες πετρελαίου
σε όλο τον κόσμο. Σε αυτό πρέπει να
προστεθούν και οι προσφυγές που χάθηκαν
σε στημένα διαιτητικά δικαστήρια, τα
οποία μας υποχρέωσαν να πληρώσουμε
πάνω από το 1% του ΑΕΠ στις πετρελαϊκές
εταιρείες Oxy και Chevron.
Και
σαν να μην έφταναν όλα αυτά, στις 16 Απρίλη
του 2016 χτύπησε την παραθαλάσσια ζώνη
ένας σεισμός μεγέθους σχεδόν 8 της
κλίμακας Ρίχτερ, που κόστισε εκατοντάδες
ζωές, μείωσε κατά 0,7% την οικονομία και
προκάλεσε απώλειες σχεδόν πάνω από 3%
του ΑΕΠ, χωρίς να υπολογίζουμε τους
περίπου 4.000 μετασεισμούς που ακολούθησαν.
Εξ
αιτίας όλων αυτών των παραγόντων, η
οικονομία πέρασε από μια ρωμαλέα αύξηση
της τάξης του 4% το 2014, σε ένα ποσοστό που
μόλις άγγιζε το 0,2% το 2015 και σε μείωση
κατά -1,5% το 2016. Ωστόσο, παρά τις εξαιρετικές
δυσκολίες και την έλλειψη εθνικού
νομίσματος, η ύφεση ξεπεράστηκε σε χρόνο
ρεκόρ, με ελάχιστο κόστος και χωρίς
αύξηση της φτώχειας ή της ανισότητας,
κάτι πρωτοφανές στη Λατινική Αμερική.
Το 2017, αναμένεται ήδη αύξηση τουλάχιστον
κατά 2%, δηλαδή υψηλότερη από τον μέσο
όρο της Λατινικής Αμερικής που κυμαίνεται
στο 1,3%.
Στο
Εκουαδόρ, οι ετερόδοξες πολιτικές
αποδείχθηκαν πιο αποτελεσματικές τόσο
σε περιόδους ανάπτυξης όσο και σε
περιόδους ύφεσης. Μεταξύ 2007 και 2017 το
Εκουαδόρ υπερδιπλασίασε το μέγεθος της
οικονομίας του, η οικονομική ανάπτυξη
του ήταν υψηλότερη από τον περιφερειακό
μέσο όρο και ήταν η χώρα που αύξησε
περισσότερο το εισόδημα των φτωχών στην
περιοχή. Και επιπλέον, μείωσε περισσότερο
το χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών,
κατορθώνοντας να βγουν 2,5 εκατομμύρια
άνθρωποι από την φτώχεια , και αυτό
αποτελεί μείωση 12,5%.
Το
πρόβλημα είναι ότι τον απλό κόσμο λίγο
τον ενδιαφέρουν αυτές οι οικονομικές
αναλύσεις. Το μόνο που αισθάνεται είναι
ότι τα τελευταία χρόνια φθίνουν οι
δουλειές τους, ότι είναι πιο δύσκολο να
βρουν δουλειά τα παιδιά τους και ότι
δεν αυξάνονται πια τα εισοδήματά τους
με το ρυθμό που γινόταν πρωτύτερα. Αυτό
το εκμεταλλεύεται πολύ καλά ο Τύπος, ο
οποίος ειδικεύεται, όχι στο να πληροφορεί,
αλλά στο να χειραγωγεί. Μια ύφεση σε όλη
την ήπειρο, και η περίπτωση του Εκουαδόρ
δεν αποτελεί εξαίρεση, συσχετίζεται με
τις οικονομικές πολιτικές και όχι με
τις δομές των οικονομιών μας. Σε άλλες
περιπτώσεις, προσπαθούν να πείσουν ότι
μέσα σε λίγα χρόνια μπορούσαν να αλλάξουν
αυτές οι δομές. Επομένως, αυτός ο οποίος
δεν το έχει καταφέρει, υποτίθεται πως
αποτελεί δείγμα της «αποτυχίας» της
αριστεράς. Ενώ στις κυβερνήσεις της
δεξιάς γινόταν κριτική ότι δεν είχαν
κάνει τίποτα, στις κυβερνήσεις της
αριστεράς ασκούν την κριτική ότι δεν
έκαναν τα πάντα.
Ο
δεύτερος άξονας της νέας στρατηγικής
ενάντια στις προοδευτικές κυβερνήσεις
είναι το ηθικό ζήτημα. Το θέμα της
διαφθοράς έχει μετατραπεί σε αποτελεσματικό
εργαλείο για την καταστροφή των
εθνικο-λαϊκών πολιτικών διαδικασιών
στη δική μας Αμερική. Η πιο χαρακτηριστική
περίπτωση είναι της Βραζιλίας, όπου μια
πολιτική επιχείρηση πολύ καλά στημένη,
κατόρθωσε την αποπομπή της Ντίλμα Ρούσεφ
από την Προεδρεία της Βραζιλίας, για να
αποδειχθεί μετά ότι δεν είχε καμία σχέση
με τις κατηγορίες που της καταλόγιζαν.
Στο Εκουαδόρ, ακολουθείται ακριβώς η
ίδια ατζέντα για τον αντιπρόεδρο της
χώρας.
Σε
αυτή τη στρατηγική του “lawfare” (της
ποινικοποίησης) αρχικά διατυπώνεται
κάποια κατηγορία που έχει μεγάλο
αντίκτυπο, αλλά μικρή τεκμηρίωση. Έπειτα
ακολουθεί ένας βομβαρδισμός στα μέσα
ενημέρωσης ώστε
να εκμηδενιστεί η υποστήριξη που μπορεί
να έχει το επιλεγμένο θύμα. Και στο
τέλος, το αν είναι αθώος ή ένοχος θα
αποτελεί μια άσχετη λεπτομέρεια για
τους δικαστές που, πιεζόμενοι τόσο
πολιτικά όσο και από τα Μέσα, δεν ψάχνουν
πια να καταδικάσουν για συγκεκριμένους
λόγους, αλλά λόγους για να καταδικάσουν,
αφού πλέον η καταδικαστική ποινή έχει
καθοριστεί από τα Μέσα και την «κοινή
γνώμη».
Ποιος
μπορεί να είναι εναντίον ενός πραγματικού
αγώνα κατά της διαφθοράς; Αυτό ακριβώς
κάναμε στο Εκουαδόρ τα τελευταία δέκα
χρόνια, ξεριζώνοντας τη θεσμοθετημένη
διαφθορά που υπήρχε. Όμως ο υποτιθέμενος
αγώνας κατά της διαφθοράς από τη δεξιά
και τα Μέσα της είναι απολύτως ανειλικρινής
και δεν αποτελεί παρά μόνο το εργαλείο
για πολιτική επίθεση, όπως γινόταν τη
δεκαετία του ’90 στον αγώνα κατά του
εμπορίου ναρκωτικών ή, στην τότε εποχή,
o
αγώνας ενάντια στον κομμουνισμό. Για
έναν πραγματικό αγώνα κατά της διαφθοράς
θα ήταν αρκετό , παραδείγματος χάριν,
να απαγορευτούν οι φορολογικοί παράδεισοι,
από όπου πρακτικά περνάει όλη η διαφθορά
που έπρεπε να αντιμετωπίσουμε.
Μας
μιλούν για έλλειψη ελέγχου, για
ανεκτικότητα, για συστήματα διαφθοράς.
Ποιος
είναι αυτός ο έλεγχος που επιτρέπει να
εντοπίσουμε μια δωροδοκία σε κάποιον
κρυφό λογαριασμό σε έναν φορολογικό
παράδεισο;
Στο Εκουαδόρ, οι έλεγχοι είναι τόσο
αυστηροί που πρέπει να δηλώνεται η
προέλευση των καταθέσεων για πάνω από
10 χιλιάδες δολάρια, ενώ στους φορολογικούς
παραδείσους επιτρέπεται η κατάθεση
εκατομμυρίων, χωρίς να δηλώνει κανείς
τίποτα.
Και,
φυσικά, το επικοινωνιακό πλαίσιο είναι
ότι η διαφθορά ενυπάρχει από φταίξιμο
του Κράτους, ότι το δημόσιο, σε αντίθεση
με το ιδιωτικό, είναι η πηγή των
προβλημάτων. Η
πραγματικότητα είναι ότι – όπως στη
περίπτωση της Odebrecht, βραζιλιάνικης
κατασκευαστικής εταιρείας που δημιούργησε
ένα ολόκληρο δίκτυο διαφθοράς σε 12 χώρες
– η διαφθορά σε μεγάλο βαθμό προωθείται
από τον ιδιωτικό τομέα. Σε
χώρες όπως η Γερμανία, μέχρι πριν λίγο
καιρό, οι επιχειρήσεις της μπορούσαν
να απαλλαγούν από φόρους, για έξοδα από
παράνομες πληρωμές στις χώρες μας.
Υπάρχει
μια τεράστια υποκρισία παγκοσμίως σε
σχέση με τον αγώνα κατά της διαφθοράς.
Αρκεί να πούμε ότι το Εκουαδόρ είναι η
πρώτη χώρα του κόσμου που έχει εγκρίνει,
μέσω λαϊκής διαβούλευσης, νόμο που
απαγορεύει σε δημόσιους λειτουργούς
να έχουν επιχειρήσεις οποιουδήποτε
είδους σε φορολογικούς παραδείσους.
Πλέον θεωρείται έγκλημα η χρήση αυτών
των φορολογικών καταφυγίων, όμως αυτά
συνεχίζουν να υπάρχουν.
Συμπερασματικά,
αναζητούν τρόπο να καταστρέψουν, όχι
μόνο το μοντέλο, αλλά και τα επιτεύγματα
που κατόρθωσε το προοδευτικό ρεύμα,
βασισμένοι στη διόγκωση και τη γενίκευση
πρακτικά αναπόφευκτων προβλημάτων
στην άσκηση της εξουσίας, με όχημα κυρίως
τα μέσα επικοινωνίας.