Στη σύνοδο κορυφής του Μπαχρέιν, η υψηλόβαθμη Βορειοαμερικανίδα αξιωματούχος παραδέχεται ότι η παρεμβατική πολιτική της Ουάσιγκτον προκάλεσε ανυπολόγιστες απώλειες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες (ΗΠΑ), μέσω της Εθνικής Διευθύντριας Πληροφοριών Τούλσι Γκάμπαρτ, εξέπληξαν τη διεθνή κοινότητα αναγνωρίζοντας ρητά την ιστορική εμπλοκή της χώρας τους σε επιχειρήσεις «αλλαγής καθεστώτος» κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών.
Η παραδοχή αυτή έγινε την Παρασκευή 31 Οκτωβρίου  στο Διάλογο της Μανάμα, μια σημαντική ετήσια σύνοδο κορυφής για την ασφάλεια που πραγματοποιήθηκε στο Μπαχρέιν και συμμετείχε η  βορειοαμερικάνα διευθύντρια πληροφοριών.
Η Γκάμπαρτ επεσήμανε ότι η εξωτερική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών, που βασίζεται στην ανατροπή κυβερνήσεων και την επιβολή συμπαθών καθεστώτων, προκάλεσε σημαντικό αριθμό θυμάτων σε όλο τον κόσμο. 
Εξήγησε ότι αυτή η στρατηγική συνίστατο στην «ανατροπή καθεστώτων, στην προσπάθεια επιβολής του δικού μας συστήματος διακυβέρνησης σε άλλους, στην παρέμβαση σε συγκρούσεις που μόλις και μετά βίας κατανοούσαμε και στο να βγαίνουμε τελικά, με περισσότερους εχθρούς παρά συμμάχους».
Η υψηλόβαθμη βορειοαμερικανίδα αξιωματούχος επέμεινε ότι αυτή η στρατηγική είχε μόνο αρνητικές συνέπειες για την Ουάσιγκτον, παραδεχόμενη ότι «ξοδεύονταν δισεκατομμύρια, χάνονταν αμέτρητες ζωές και, σε πολλές περιπτώσεις, δημιουργούνταν μεγαλύτερες απειλές για την ασφάλεια». Παρά την αυτοκριτική της, η Γκάμπαρντ υποστήριξε ότι αυτός ο «παλιός τρόπος σκέψης» έχει πλέον ξεπεραστεί, δηλώνοντας ότι ο σημερινός πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, «εξελέγη από τον αμερικανικό λαό για να βάλει τέλος σε αυτό».
Ωστόσο, τα λόγια της διευθύντριας της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την τρέχουσα εξωτερική πολιτική του Λευκού Οίκου. Παρά τις υποσχέσεις του Τραμπ να τερματίσει τις συγκρούσεις, η κυβέρνησή του ενέτεινε τις εντάσεις σε διάφορα γεωγραφικά σημεία, προετοιμάζοντας το έδαφος για άμεσες στρατιωτικές επεμβάσεις, γεγονός που θέτει υπό αμφισβήτηση την υποτιθέμενη εγκατάλειψη της παρεμβατικής πολιτικής.
Ένα σαφές παράδειγμα αυτής της αντίφασης είναι η Βενεζουέλα, όπου οι στρατιωτικές ενέργειες των ΗΠΑ, με το πρόσχημα της καταπολέμησης εμπορίου ναρκωτικών, έχουν χαρακτηριστεί από το Καράκας ως απόπειρα υπονόμευσης της ειρήνης και της σταθερότητας, με τελικό στόχο την ανατροπή της κυβέρνησης του Νικολάς Μαδούρο. Ο Βενεζουελανός πρόεδρος κατηγόρησε αυτή την εβδομάδα ότι η επίθεση αποσκοπεί στο να «δικαιολογήσει έναν πόλεμο, μια αλλαγή καθεστώτος και να μας κλέψει τον τεράστιο πετρελαϊκό πλούτο».
Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ στην Καραϊβική, σε συνδυασμό με την επιθετική στάση έναντι του Ιράν και την απεριόριστη υποστήριξη των ισραηλινών βομβαρδισμών στη Γάζα, δείχνουν ότι, παρά τις δηλώσεις της Γκάμπαρντ, η στρατηγική της «αλλαγής κυβερνήσεων» εξακολουθεί να αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της εξωτερικής πολιτικής του Λευκού Οίκου και δεν έχει ποτέ εγκαταλειφθεί, αψηφώντας τις υποσχέσεις που δόθηκαν στον βορειοαμερικανικό λαό.
