Χριστίνα Πάντζου
Εξόφθαλμη χειραγώγηση του προεκλογικού τοπίου: Μόνο ως άγαρμπη απόπειρα καλπονοθείας μπορεί να εκληφθεί ο αποκλεισμός ενός εξαιρετικά δυναμικού συνδυασμού -της ιθαγενούς Θέλμα Καμπρέρα και του πρώην εισαγγελέα Χορντάν Ρόδας- από τις εκλογές, την ώρα που καταζητούμενοι, ναρκέμποροι και γόνοι σφαγέων δικτατόρων θα συμμετάσχουν κανονικά στη διαδικασία..
Η έναρξη της προεκλογικής εκστρατείας για τις προεδρικές του Ιουνίου στη Γουατεμάλα σφραγίστηκε από διαδηλώσεις για τον αποκλεισμό του πιο μαχητικού συνδυασμού που θα μπορούσαν να ψηφίσουν οι πολίτες. Μια νοθεία εν εξελίξει καταγγέλλουν η ιθαγενής αγωνίστρια Θέλμα Καμπρέρα και ο πρώην εισαγγελέας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Χορντάν Ρόδας, υποψήφιοι για την προεδρία και αντιπροεδρία της χώρας με το Κίνημα για την Απελευθέρωση των Λαών (MLP). Την ίδια ώρα, ναρκέμποροι, διεφθαρμένοι, πολιτικοί για τους οποίους έχει αιτηθεί έκδοσή τους στις ΗΠΑ και (παρά τη συνταγματική απαγόρευση) η κόρη του πρώην δικτάτορα και καταδικασμένου για γενοκτονία Ρίος Μοντ έγιναν δεκτοί να συμμετάσχουν στις εκλογές χωρίς καμιά επιφύλαξη.
Το Ανώτατο Εκλογοδικείο (TSE) απέκλεισε τις συγκεκριμένες υποψηφιότητες με την πρόφαση ότι ο Ρόδας έχει κάποια υποτιθέμενη καταγγελία εναντίον του (που ο ίδιος αρνείται ως ενορχηστρωμένη και ψευδή), ενώ κατηγορούν την Καμπρέρα ότι ξεκίνησε πρόωρα την προεκλογική της καμπάνια, επειδή τόλμησε να δώσει συνεντεύξεις.
Ο υποδιευθυντής για την αμερικανική ήπειρο της Human Rights Watch, Χουάν Παπιέρ, κατήγγειλε πως «από μόνη της μια ποινική καταγγελία για γεγονότα που ακόμη δεν έχουν διερευνηθεί δεν αποτελεί επαρκή λόγο για τον αποκλεισμό μιας υποψηφιότητας». Ενώ ο Ρόδας έκανε λόγο για «οργανωμένες μαφίες που αφήνουν εκτός κάλπης μια από τις πιο έντιμες υποψηφιότητες. Η δημοκρατία στη Γουατεμάλα οπισθοχωρεί ένα ακόμη βήμα, φοβούνται τον λαό και τις κυρίαρχες αποφάσεις του», δήλωσε ο Ρόδας.
Η 52χρονη Θέλμα Καμπρέρα και το MLP είναι θύματα συνεχών διώξεων και απειλών, ενώ 26 μέλη του κινήματος έχουν δολοφονηθεί από το 2019 και κανείς δεν έχει καταδικαστεί για κανένα από αυτά τα εγκλήματα. Στις προεδρικές εκείνης της χρονιάς κατέκτησε την τέταρτη θέση πανεθνικά, ενώ αναδείχθηκε πρώτη σε τέσσερις περιφέρειες με πλειοψηφία πληθυσμού ιθαγενικού. Ο δε Χορδάν Ρόδας ώς τον Αύγουστο του 2022, όταν κι έληξε η θητεία του, ήταν από τους λίγους δικαστικούς λειτουργούς που συνέχισε να ασκεί δριμύτατη κριτική στην πολιτική διώξεων που άσκησε και η κυβέρνηση του απερχόμενου προέδρου Αλεχάντρο Γιαματέι κατά ερευνητών δημοσιογράφων, εισαγγελέων, δικαστών που έστειλαν δεκάδες διεφθαρμένους πολιτικούς και επιχειρηματίες στη φυλακή. «Το σύστημα είναι διεφθαρμένο», λέει η ακτιβίστρια. «Έχει σχεδιαστεί από τους ίδιους τους διεφθαρμένους και τους διαφθορείς: εκείνοι είναι αμολητοί αλλά “δένουν” όσους είμαστε καθαροί».
Ακραία ναρκο-πολιτική
Τα κριτήρια του Ανώτατου Εκλογοδικείου (TSE) για την αποδοχή των υποψηφιοτήτων αποτελούν από μόνα τους σκάνδαλο, καθώς ανάμεσά τους βρίσκονται δεκάδες πολιτικοί που καταγγέλλονται για ξέπλυμα χρήματος, κατάχρηση εξουσίας, δολοφονίες και σχέσεις με το ναρκεμπόριο. Τουλάχιστον 10 άτομα με σχέσεις με τα καρτέλ ναρκωτικών κατάφεραν να εγκριθούν οι υποψηφιότητές τους, ανάμεσά τους και επτά που περιλαμβάνονται στη λίστα Ένγκελ του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για διεφθαρμένους και αντιδημοκράτες πολιτικούς της Κεντρικής Αμερικής.
Το TSE, π.χ., δεν βρήκε κανένα κώλυμα για τη βουλεύτρια του κυβερνώντος συνασπισμού, Σοφία Ερνάντες, της οποίας o αδελφός καταδικάστηκε για συμμετοχή στο καρτέλ ναρκωτικών «Los Huistas», ενώ ο ανιψιός της κατηγορείται από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ για διακίνηση κοκαΐνης στις ΗΠΑ. 'Η για την αντίστοιχη της Τζούντιθ Μεχία Σαλασάρ, συζύγου του «Χουάντσο», ενός από τους ηγέτες των Los Huistas. Ούτε για τη βουλευτική υποψηφιότητα του Έστουιν Χαβιέρ, θεωρούμενου ως ενός από τους ισχυρότερους ναρκεμπόρους της χώρας, σύμφωνα με πολύχρονες έρευνες σε Γουατεμάλα και ΗΠΑ και για τον οποίο μάταια το 2021 ζητήθηκε η άρση της ασυλίας του ως δημάρχου, για να δικαστεί για ναρκεμπόριο και πληρωμή έμμισθων δολοφόνων.
Πρόκειται για δύο από τις πολλές μεθοδεύσεις επηρεασμού των εκλογών, που έγιναν καταφανείς και με την προσπάθεια του TSE να απαγορεύσει την προεδρική υποψηφιότητα του Έντμοντ Μουλέτ, του δεξιού κόμματος Cabal, με την κατηγορία της «παρακώλυσης της δικαιοσύνης» και των «απειλών κατά δικαστικών». Στόχος της προσπάθειας αποκλεισμού του -που δεν ευδοκίμησε- ήταν να αποτραπεί η διάσπαση της δεξιάς ψήφου και να ανοίξει όσο περισσότερο γίνεται ο δρόμος για μια νίκη της Σούρι Ρίος Σόσα, κόρης του πρώην δικτάτορα Εφραϊν Ρίος Μοντ.
Παρότι το Σύνταγμα απαγορεύει σε συγγενείς στρατιωτικών που ηγήθηκαν πραξικοπημάτων (όπως αυτό που έκανε το 1982 ο πατέρας της) να διεκδικήσουν την προεδρία -λόγος για τον οποίο το 2019 αποκλείστηκε από τις προεδρικές εκλογές-, φέτος της επιτράπηκε η συμμετοχή. Ο Ρίος Μοντ θεωρείται υπεύθυνος για 11.000 θανάτους στους 17 μήνες που παρέμεινε στην εξουσία και καταδικάστηκε το 2013 για γενοκτονία και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Αλλά, μέρες μετά την καταδίκη του, αυτή ακυρώθηκε για «τεχνικούς λόγους» και δε φυλακίστηκε ποτέ. Η Σούρι Ρίος ευγνωμονεί τον πατέρα της, γιατί της «εμφύσησε την πίστη στο Θεό», προασπίζεται το κληροδότημα του δικτάτορα και υπόσχεται να δώσει μάχη για τις «συντηρητικές αξίες» με την αμέριστη αρωγή των ευαγγελικών εκκλησιών.
Οι δημοσκοπήσεις δικαιώνουν όσους φρόντισαν να επιβάλουν την «απρόσκοπτη» υποψηφιότητά της. Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη της εταιρείας TResearch, η Ρίος έρχεται πρώτη στην πρόθεση ψήφου με 23,3%, ενώ ακολουθούν με 17,7% η πρώην πρώτη κυρία Σάντρα Τόρες και με 16,5% ο Έντμοντ Μουλέτ.
Ποιος ωφελείται;
Οι οιωνοί είναι ζοφεροί για αυτή τη χώρα όπου σύμφωνα με τον τελευταίο Δείκτη της Διεθνούς Διαφάνειας, «οι θεσμοί του Κράτους έχουν διαβρωθεί από τις πολιτικές και οικονομικές ελίτ και το οργανωμένο έγκλημα, που προστατεύουν τα δικά τους συμφέροντα σε βάρος της πλειοψηφίας του πληθυσμού, προωθώντας τη βία και απειλώντας τη δημοκρατία».
Σε αυτή την πραγματικότητα, ο αποκλεισμός της Καμπρέρα και του Ρόδας «συνιστά εκλογικό πραξικόπημα που υπονομεύει την ακεραιότητα και την αξιοπιστία αυτών των εκλογών», σχολίαζε ο ιθαγενής αναλυτής Μάξιμο Μπα Τιούλ στην εφημερίδα La Jornada: «Οι πρόσφατες εξελίξεις στο πλαίσιο της εκλογικής διαδικασίας μας επιβεβαιώνουν ότι βρισκόμαστε ενώπιον μιας μορφής ολοκληρωτικής δικτατορίας. Διαφορετικής από τις στρατιωτικές δικτατορίες του Ψυχρού Πολέμου: γιατί αυτή η νέα μορφή της καθοδηγείται από πολιτικούς, αλλά με στρατιωτική στρατηγική και ακόμη χειρότερο, τελεί υπό την “ευγενική χορηγία” των ναρκεμπόρων, που σήμερα θεωρούνται η νέα οικονομική ελίτ των χωρών μας».