Αναρτήσεις ανά χώρα

Πέμπτη 1 Αυγούστου 2013

Φιντέλ Κάστρο: Η Ιστορία τον δικαίωσε!

Το παρόν άρθρο πρωτοδημοσιεύθηκε, πριν απο ένα χρόνο, στις 26 Ιούλη 2012 στο ιστολόγιο Sierra Maestra. Σήμερα, επ' ευκαιρία της 60ης επετείου από την επίθεση στο στρατόπεδο Μονκάδα του Σαντιάγκο ντε Κούβα, το αναδημοσιεύουμε με ορισμένες επικαιροποιημένες προσθήκες που έκανε στο κείμενο ο αρθρογράφος. 

Του Νικόλαου Μόττα.

Ήταν 26 Ιουλίου του 1953 όταν μια ομάδα 160 περίπου ανταρτών, υπό την ηγεσία του 26χρονου δικηγόρου Φιντέλ Κάστρο, επιχείρησε ένοπλη επίθεση στο στρατόπεδο Μονκάδα, στο Σαντιάγκο ντε Κούβα. Ο σκοπός ήταν να δωθεί ένα πρώτο μήνυμα αντίστασης ενάντια στη δικτατορία του Φουλχένσιο Μπατίστα. Η επιχείρηση δεν απέβη επιτυχής. Εξηνταένα αντάρτες σκοτώθηκαν ενώ οι υπόλοιποι – του Φιντέλ συμπεριλαμβανομένου – συνελήφθησαν από τις αρχές του καθεστώτος και φυλακίστηκαν. Παρ' όλα αυτά, η 26η Ιουλίου 1953 έμεινε στην κουβανική ιστορία ως η μέρα που δόθηκε το έναυσμα για την επανάσταση που ακολούθησε. Από αυτην την σημαδιακή ημερομηνία πήρε το όνομα του και το Κίνημα της Επανάστασης – το “Κίνημα της 26ης Ιούλη” (Movimiento 26 de Julio) που οδήγησε τον επαναστατικό στρατό του Φιντέλ, του Τσε, του Ραούλ, του Καμίλο και των άλλων μαχητών στο θρίαμβο ενάντια στο διεφθαρμένο, φιλοιμπεριαλιστικό καθεστώς του Μπατίστα.

Η φετινή επέτειος της επίθεσης της 26ης Ιουλίου 1953 δίνει την ευκαιρία ώστε να παρατεθούν ορισμένες σκέψεις, αλλά και στοιχεία, αναφορικά με την Επανάσταση που έλαβε χώρα στο νησί του Χοσέ Μαρτί, ιδιαίτερα στην σημερινή ιστορική συγκυρία και με δεδομένες τις στοχευμένες διαστρεβλώσεις και συκοφαντίες που κατά καιρούς εξαπολύονται ενάντια στην Κούβα και το λαό της.

Ιστορικά, ελάχιστες επαναστάσεις έχουν τόσο σκόπιμα διαστρεβλωθεί και παρερμηνευτεί όσο η Κουβανική Επανάσταση του 1959. Οι πολλαπλοί εχθροί της Επανάστασης και του Κάστρο έχουν σοφιστεί εκατοντάδες επιχειρήματα προκειμένου να σπιλώσουν τις πολιτικές, κοινωνικές και πολιτισμικές αξίες που εδώ και 53 χρόνια έχουν καθιερωθεί στο νησί. Πρόκειται για μια προσπάθεια που ξεκίνησε με την ανατροπή της διεφθαρμένης, στηριζόμενης από την Ουάσινγκτον, δικτατορίας του Μπατίστα τον Γενάρη του 1959. Η δήμευση της περιουσίας των μονωπωλίων και της μεγαλοαστικής τάξης, η αγροτική μεταρρύθμιση και η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής που έλαβαν χώρα στο πρώτο μισό της δεκαετίας του 1960 αποτέλεσαν μια απρόσμενη, μεγάλη νίκη για την εργατική τάξη σε παγκόσμιο επίπεδο.

Έχοντας την στήριξη της Σοβιετικής Ένωσης, η κυβέρνηση του Φιντέλ κατάφερε να εδραιώσει επί τρείς συναπτές δεκαετίες ένα λειτουργικό οικονομικό σύστημα, αναβαθμίζοντας σημαντικά τους τομείς της Υγείας και της Παιδείας και εξαλείφοντας ταυτόχρονα τα μεγάλα ποσοστά αναλφαβητισμού που επικρατούσαν στην προ-επαναστατική περίοδο. Τα επιτεύγματα της Επανάστασης ασφαλώς δεν θα μπορούσαν παρά να αποτελέσουν – και  αποτελούν – αγκάθι στο μάτι τόσο της καπιταλιστικής υπερδύναμης όσο και των κάθε λογής αντικομμουνιστών, είτε με συντηρητικό είτε με φιλελεύθερο προσωπείο.

Όπως είναι γνωστό, κατα την περίοδο της δικτατορίας του Μπατίστα η Κούβα αποτελούσε ένα τεράστιο εργοστάσιο παραγωγής ζάχαρης και καζινοτουρισμού για εύπορους αμερικανούς. Η εξουσία που εγκαθύδρισε το “Κίνημα της 26ης Ιούλη” όχι μόνο σάρωσε τα προνόμια της αδηφάγας κουβανικής αστικής τάξης αλλά «έκοψε» και τον «ομφάλιο λώρο» της οικονομικής ολιγαρχίας με τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την αλλαγή εξουσίας σε ταξικό επίπεδο, με την ανάδειξη των απλών ανθρώπων της χώρας (εργάτες, αγρότες, νεολαία) ως πρωταγωνιστών στο κοινωνικό γίγνεσθαι της Κούβας.

Κατά τα πρώτα πέντε χρόνια της Επανάστασης η κατανάλωση κρέατος και υφάσματος διπλασιάστηκε (ως αποτέλεσμα του ότι τα προϊόντα έγιναν προσιτά σε όλο το φάσμα της κοινωνικής διαστρωμάτωσης), οι τιμές των ενοικίων έπεσαν κατακόρυφα, οι εγκαταλελειμένες επαύλεις όσων εγκατέλειψαν την Κούβα μετατράπηκαν σε κατοικίες περίπου 80.000 φοιτητών από την επαρχία ενώ τα πολυτελή αυτοκίνητα των αυτοεξόριστων αντεπαναστατών δόθηκαν σε πρώην υπηρέτες ώστε να ξεκινήσουν να εργάζονται ως οδηγοί ταξί.

Για να κρίνουμε τα επιτεύγματα της Κουβανικής Επανάστασης πρέπει να δούμε τις επικρατούσες συνθήκες πριν το 1959. Η πραγματικότητα είναι ότι πριν την κατάληψη της Αβάνας απ' τις αντάρτικες δυνάμεις, το νησί αποτελούσε μια μικρή αποικία της Ουάσινγκτον. Σχεδόν όλα τα προϊόντα κατανάλωσης εισάγονταν από τις Ηνωμένες Πολιτείες, ως αντάλλαγμα του ανοίγματος της αμερικανικής αγοράς στην παραγωγή ζάχαρης. Οι «αυτόχθονες» έπρεπε να προμηθεύονται την συντριπτική πλειοψηφία των βασικών αγαθών (συμπεριλαμβανομένης της αγοράς κρεάτων) από τις εξωτερικές πηγές που υποδείκνυε το αποικιοκρατικό καθεστώς.

Η περίφημη United Fruit Co., ο αμερικανικών συμφερόντων κολοσσός που εμπορεύονταν φρούτα, αποτελούσε πανίσχυρο μονωπώλιο που απέφερε στους ιδιοκτήτες του τεράστια κέρδη εκμεταλλευόμενο τη γη των κουβανών. Όλοι – ανεξαιρέτως - οι προμηθευτές ηλεκτρισμού και τηλεφώνου ήταν εταιρείες με έδρα τις ΗΠΑ. Το ίδιο και οι εταιρείες που προμήθευαν φαρμακευτικό υλικό, ρουχισμό, αυτοκίνητα και μέσα μεταφοράς (λεωφορεία, πλοία και αεροσκάφη). Οι κουβανοί εργαζόμενοι ήταν αναγκασμένοι να ζήσουν μια ζωή καταναλώνοντας εισαγόμενα αμερικανικά προϊόντα που πωλούνταν σε υψηλότερες απ' ότι στις ΗΠΑ τιμές, όντας επί της ουσίας σκλάβοι μιας – δεμένης χειροπόδαρα απ' τον ιμπεριαλισμό – ολιγαρχίας.

Σήμερα, 53 χρόνια μετά την Επανάσταση, το επίπεδο των τομέων της Υγείας, της Παιδείας και της Στέγασης στην Κούβα είναι αρκετά υψηλότερο από πολλές καπιταλιστικές χώρες της Λατινικής Αμερικής. Το ποσοστό μόρφωσης των πολιτών αγγίζει το 98%, η παιδεία είναι προσβάσιμη σε όλους ανεξαιρέτως ενώ το κουβανικό σύστημα υγείας (δωρεάν για όλους) θεωρείται – δικαίως – από τα καλύτερα στον κόσμο. Ορισμένα ενδεικτικά στατιστικά στοιχεία μιλάνε από μόνα τους:

Ο μέσος όρος προσδόκιμου ζωής στην Κούβα το 2007 υπολογίζονταν σε 78,26 χρόνια έχοντας αυξητικές τάσεις. Για το ίδιο έτος, το προσδ. ζωής στις ΗΠΑ ήταν 77,99 χρόνια. (World Bank).

Το 2010 η βρεφική θνησιμότητα ήταν 4,7 για κάθε 1000 γεννήσεις, ποσοστό που είναι το μικρότερο στην αμερικανική ήπειρο, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ.

Τα τελευταία χρόνια, 1.390.000 ασθενείς από 32 χώρες εγχειρίστηκαν με απόλυτη επιτυχία σε 59 οφθαλμολογικά κέντρα που λειτουργούν υπό την επίβλεψη κουβανών γιατρών, με την υποστήριξη των κυβερνήσεων Κούβας και Βενεζουέλας.

Ο κεντρικός, κρατικός σχεδιασμός της οικονομίας έχει επιτρέψει στην Κούβα να αναπτύσει συνεχώς το εθνικό σύστημα υγείας, ακόμη και μετά την περίοδο της κατάρρευσης της ΕΣΣΔ και της σκληρυνσης του οικονομικού αποκλεισμού απ' τις ΗΠΑ.

Η Κούβα έχει το μεγαλύτερο αριθμό γιατρών σε σχέση με τον πληθυσμό της από κάθε άλλη χώρα στον κόσμο. Από το 1990 έως το 2003, ο αριθμός των γιατρών αυξήθηκε κατά 76%, των οδοντιάτρων κατά 46% και των νοσηλευτών κατά 16%. Κατά την ίδια περίοδο η πληθυσμιακή κάλυψη του κοινωνικού θεσμού του “οικογενειακού γιατρού” αυξήθηκε κατά 52,2%, αγγίζοντας το 99,2% το 2003.

Το Νοέμβριο του 2008, η Κούβα είχε περισσότερους από 70.000 γιατρούς. Από αυτούς περίπου 17.600 εστάλησαν σε 75 διαφορετικές χώρες προκειμένου να προσφέρουν εκεί τις υπηρεσίες τους. Σε 27 χώρες του κόσμου (συμπεριλαμβανομένων χωρών της Αφρικής όπως Γκάνα, Μποτσουάνα, Ναμίμπια κ.α) η Κούβα διαθέτει ιατρικό προσωπικό το οποίο προσφέρει ιατρικές υπηρεσίες υψηλού επιπέδου. Η προσφορά αυτή των κουβανών γιατρών είναι εμφανής στα στατιστικά στοιχεία: Στο Τιμόρ Λέστε, για παράδειγμα, υπολογίζεται ότι την πενταετία 2003-2008, η ιατρική κουβανική αποστολή έσωσε περίπου 11.400 ανθρώπους συμβάλλοντας σημαντικά στην πτώση του ποσοστού της βρεφικής θνησιμότητας.

Το υψηλό αίσθημα αλληλεγγύης απέναντι στους δοκιμαζόμενους λαούς είναι αδιαμφισβήτητο στην Κούβα. Η πρώτη ιατρική ομάδα κουβανών στάλθηκε το 1960 στην κατεστραμένη τότε απ' τον σεισμό Χιλή. Από το 1960 έως το 1980 η κουβανική κυβέρνηση απέστειλε άμεσα ιατρική βοήθεια σε 16 χώρες που είχαν πληγεί από φυσικές καταστροφές και πολέμους. Τον Αύγουστο του 2005, η κυβέρνηση Κάστρο προσφέρθηκε να στείλει ομάδα γιατρών στις ΗΠΑ έπειτα απ' τον καταστροφικό τυφώνα Κατρίνα. Η κυβέρνηση Μπους αρνήθηκε. Το ίδιο έτος, τον Οκτώβριο του 2005, η Κούβα απέστειλε το μεγαλύτερο αριθμό εξειδικευμένου ιατρικού προσωπικού (2.500 άτομα) στο Πακιστάν έπειτα απ' τον σεισμό που ισοπέδωσε πόλεις και χωριά. Οι κουβανοί εργάστηκαν επί πέντε μήνες σε 32 νοσοκομεία, κάνοντας περίπου 10.000 εγχειρήσεις, ενώ η κυβέρνηση Κάστρο προσέφερε 1.000 υποτροφίες σε αγόρια και κορίτσια από φτωχές οικογένειες που επιθυμούσαν να σπουδάσουν ιατρική.

Επιπλέον...

Το 99,8% των κουβανών άνω των 15 ετών γνωρίζουν γραφή και ανάγνωση (UNESCO). Πρόκειται για το μεγαλύτερο ποσοστό στη Λατινική Αμερική και ένα απ' τα υψηλότερα παγκοσμίως.

Μέχρι το 2010, ένα εκατομμύριο νέοι είχαν αποφοιτήσει από τα πανεπιστήμια της χώρας.

Αναβάθμιση του ρόλου της γυναίκας στην κοινωνία. Το 49% των εδρών στο κοινοβούλιο της χώρας κατέχεται από γυναίκες, ενώ 65% των εργαζομένων σε τεχνικούς τομείς σε όλη την χώρα είναι γυναίκες.

Παρά το μικρό μέγεθος της χώρας (11 εκατομμύρια), η Κούβα πρωτοπορεί στον τομέα του αθλητισμού. Στους Παναμερικανικούς αγώνες του 2011, παραδείγματος χάρη, στο Μεξικό, η Κούβα κατετάγη δεύτερη με 58 χρυσά μετάλλια.

Στα παραπάνω πρέπει να προστεθεί και το γεγονός ότι ο οποιοσδήποτε πολίτης, ανεξαρτήτως φύλου και εθνοτικής προέλευσης μπορεί να βρει εργασία, χωρίς να βρίσκεται στη δίνη της ανεργίας που μαστίζει πολλές «ανεπτυγμένες», καπιταλιστικές χώρες της Δύσης.


Σε αυτό το σημείο οφείλουμε να αναφερθούμε στην έλλειψη ρατσιστικών διακρίσεων που χαρακτηρίζει την κουβανική κοινωνία. Πρόκειται για επίτευγμα της Επανάστασης. Πριν το 1959 το κοινωνικό καθεστώς στο νησί δε διέφερε καθόλου από αυτό ενός άπαρτχαιντ, με διακρίσεις κυρίως ενάντια σε αφροκουβανούς πολίτες, οι οποίοι θεωρούνταν πολίτες β' κατηγορίας. Όσοι κατάφερναν να βρουν δουλειά, εργάζονταν υπό τις χειρότερες συνθήκες στα χειρότερα επαγγέλματα, όντας επί της ουσίας σκλάβοι της εργοδοτικής ασυδοσίας, στην οποία έκανε πλάτες η δικτατορία του Μπατίστα. Ο θρίαμβος της Επανάστασης έφερε στο προσκήνιο την ανάγκη για ισότητα των πολιτών ανεξαιρέτως εθνοτικής καταγωγής, χρώματος και θρησκεύματος. Ο ίδιος ο Φιντέλ Κάστρο σημείωνε σε μια απ' τις πρώτες δημόσιες ομιλίες του το 1959: “Γιατί, λοιπόν, δεν αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα αυτό ρηξικέλευθα, με αγάπη, χωρίς πνεύμα διαχωρισμού και μίσους; Γιατί δεν καταστρέφουμε τις προκαταλήψεις αιώνων που μας κληροδότησε ο απεχθής θεσμός της σκλαβιάς;”. Αυτά τα ερωτήματα θα μπορούσαν και σήμερα να τεθούν υπ' όψη πολλών δυτικών κοινωνικών όπου ο ρατσισμός και η κοινωνική απομόνωση, ως απότοκα του καπιταλιστικού συστήματος, ζουν και βασιλεύουν. Στην Κούβα πάντως οι προκαταλήψεις γκρεμίστηκαν, τα δικαιώματα των αφροκουβανών, των γυναικών, των μειονοτήτων αποκαταστάθηκαν – η ουσιαστική δε συμβολή τόσο αφροκουβανών όσο και γυναικών στην ίδια την κουβανική επανάσταση αποτελεί την καλύτερη απόδειξη.  

Ασφαλώς, ουδείς μπορεί να ισχυριστεί ότι η Επανάσταση έλυσε όλα τα πρόβληματα. Προβλήματα υπαρκτά που αδιαλείπτως μεταβάλλονται, εξελίσσονται και απαιτούν συνεχώς νέες μεθόδους λύσης. Είναι επίσης σαφές ότι με τα κριτήρια του βόρειου γείτονα της (όπου, ειρήσθω εν παρόδω, 50.000.000 άνθρωποι είναι ανασφάλιστοι) η Κούβα παραμένει μια χώρα σχετικά φτωχή. Εδώ όμως πρέπει να τεθεί το εξής ερώτημα: Υπό ποιές συνθήκες προσπαθεί εδώ και περισσότερο από τέσσερις δεκαετίες η Κούβα και ο λαός της να ζήσει και να αναπτυχθεί;

Η απάντηση είναι ξεκάθαρη. Από την εγκαθύδριση της Επανάστασης μέχρι και σήμερα ο κουβανικός λαός αντιμετωπίζει μια πολύπλευρη επίθεση με μοναδικό στόχο την κατάρρευση αυτού του μικρού – αλλά ανθεκτικού – σοσιαλιστικού προπυργίου, λίγα μόλις χιλιόμετρα νοτίως της Φλόριντα. Το απάνθρωπο εμπάργκο (οικονομικός αποκλεισμός) που έχει επιβληθεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες αποτέλεσε – και αποτελεί – την προμετωπίδα ενός πολυδιάστατου, ανήθικου πολέμου που ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός έχει κυρήξει στην κυβέρνηση Κάστρο. Έχει υπολογιστεί ότι 8 ώρες οικονομικού αποκλεισμού στο νησί ισοδυναμούν, σε κόστος, με 140 ανακαινίσεις σχολείων. Τρείς ημέρες οικονομικού αποκλεισμού κοστίζουν επί της ουσίας 100 τόνους φαρμακευτικού υλικού.

Ο πόλεμος ενάντια στην κυβέρνηση του Φιντέλ Κάστρο και το λαο της Κούβας έγινε πιο αδυσώπητος έπειτα από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Παρ' ότι όμως θα περίμενε κάποιος την σταδιακή αποσύνθεση του σοσιαλισμού, των αξιών και των επιτευγμάτων αυτού, η Κούβα κατάφερε, όχι μόνο να σταθεί όρθια, αλλά και να προοδεύσει υπό ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες. Αυτό αποτελεί την πλέον ξεκάθαρη και αδιαμφισβήτητη δικαίωση του Φιντέλ Κάστρο. Ενός Ηγέτη που η ίδια η Ιστορία (την οποία επικαλέστηκε στην περίφημη απολογία του) τον δικαίωσε πολλές φορές κατά το παρελθόν: Όταν ο επαναστατικός στρατός του Κινήματος της 26ης Ιούλη έμπαινε πανηγυρικά στην Αβάνα εκδιώχνοντας από την εξουσία τον Μπατίστα. Όταν οι κουβανοί πολεμιστές απέκρουσαν επιτυχώς την ύπουλη επίθεση των ΗΠΑ στον κόλπο των Χοίρων. Όταν το επαναστατικό παράδειγμα της μικρής και περήφανης αυτής χώρας αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για ταξικά και εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα άλλων λαών (όπως στο Βιετνάμ, το Ελ Σαλβαδόρ, τη Νικαράγουα, την Ανγκόλα, την Αλγερία).

Ο Φιντέλ λοιπόν δικαιώθηκε όπως είχε ο ίδιος προβλέψει. Κανείς δε δύναται να γνωρίζει πως θα εξελισσόταν η ιστορία εάν δεν είχε λάβει χώρα η επίθεση στον στρατώνα Μονκάδα, εκείνο το πρωϊνό της 26ης Ιουλίου 1953. Αυτό που είναι όμως σίγουρο είναι πως η πράξη αυτή στάθηκε αρκετή για να «αναψει το φυτίλι» της Επανάστασης. Μιάς Επανάστασης που φέρει έμπρακτες αποδείξεις επιτυχίας, που ενέπνευσε, εμπνέει και θα συνεχίζει να εμπνέει όλους όσους «είναι ρεαλιστές και ζητάνε το αδύνατο».