Κυριακή 3 Ιουλίου 2016

Ο Φιντέλ και η ειρήνη στην Κολομβία

Ο Φιντέλ (αριστερά) στην Μπογκοτά (Απρ. 1948)


Πηγή: Telesur

Δεν είναι τυχαίο που η λαχτάρα για ειρήνη των κολομβιανών σφραγίστηκε στην Κούβα. Η ειρήνη στην Κολομβία ήταν μια από τις τόσες επίμονες προσπάθειες του κομαντάντε της Κουβανικής Επανάστασης. Γι’ αυτή έχει αφιερώσει τόσο κόπο όπως έκανε και για την πτώση του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική, την απελευθέρωση της Αγκόλας ή την ανεξαρτησία της Ναμίμπιας και άλλων αφρικανικών εθνών.

Την ημέρα που δολοφόνησαν τον Χόρχε Ελιέσερ Γαϊτάν [1] στην Μπογκοτά και ο λαός ξεσηκώθηκε, ένας νέος μόλις 21 ετών ηγήθηκε της κατάληψης μιας φρουράς προς αναζήτηση όπλων για το λαό και για την αυθόρμητη λαϊκή εξέγερση. Επί δύο ημέρες εργάστηκε ακούραστα για να οργανώσει τις ενθουσιώδεις μάζες που δεν διέθεταν πολιτικό ορίζοντα και κατεύθυνση. Αφού πέρασε ο καιρός, και με τη βοήθεια της κουβανικής πρεσβείας, επέστρεψε στη χώρα του, όχι χωρίς να στοχαστεί πρώτα τα γεγονότα.


«Από λαϊκές εξεγέρσεις με αυτά τα χαρακτηριστικά, δεν ήξερα περισσότερα από τις εντυπώσεις που είχαν αφήσει στη φαντασία μου οι ιστορίες της κατάληψης της Βαστίλης και οι ιαχές για έφοδο των επαναστατικών επιτροπών στο Παρίσι, καλώντας το λαό τις πιο ένδοξες μέρες της επανάστασης. Αλλά στην Μπογκοτά, σ’ εκείνη την περίσταση, κανείς δεν καθοδηγούσε», θυμήθηκε χρόνια μετά.

Από τότε ο Φιντέλ ποτέ δε σταμάτησε να παρακολουθεί ανελλιπώς την εξέλιξη των γεγονότων στην Κολομβία, πεπεισμένος ότι μπορούσε να συνεισφέρει πολλά στη συμφιλίωση αυτής της κοινωνίας της εξαντλημένης από τον πόλεμο.

Στις αρχές του 1980 η Φάλαγγα Jorge Marcos Zambrano του Κινήματος της 19ης Απρίλη (Μ-19), καταλαμβάνει την έδρα της πρεσβείας της Δομινικανής Δημοκρατίας στην Μπογκοτά με σχεδόν είκοσι διπλωμάτες ανώτερου επιπέδου που βρίσκονταν εκεί. Οι ένοπλοι απαιτούσαν την απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων, κατήγγειλαν τις παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων και ζητούσαν διάλογο και πολιτικό άνοιγμα στο αποκλειστικό κολομβιανό σύστημα.

Μετά από μήνες διαπραγματεύσεων πετυχαίνεται, με την ενεργή συμμετοχή της Κούβας, η απελευθέρωση των διπλωματών και η άφιξη αυτών και των αρχηγών των ανταρτών στο νησί. Με αυτό τον τρόπο ο Φιντέλ και η διακριτική αλλά αποτελεσματική κουβανική διπλωματία πέτυχαν να σώζουν πολλές ζωές και να συνεισφέρουν σημαντικά στην διαπραγματευτική λύση της κολομβιανής σύρραξης.

Τι είπαν κατά την άφιξη τους στην Κούβα οι απελευθερωμένοι διπλωμάτες;

Πρέσβης Αϊτής: Δήλωσε ευγνώμων για την πρωτοβουλία της Κούβας να συνεργαστεί για να είναι όλοι ελεύθεροι και μακριά από την αιχμαλωσία. «Αυτό που έκανε η Κούβα ήταν μια ανθρωπιστική χειρονομία που ποτέ δε θα μπορέσει να σβηστεί».

Πρέσβης Παραγουάης: Είπε ότι χάρη στην Κούβα είναι ελεύθεροι από την αιχμαλωσία. «Ο ανθρωπισμός της κουβανικής κυβέρνησης ξεχωρίζει σε σχέση με άλλες χώρες, δεν έχει υπερισχύσει η πολιτική σύμπλευση για να κάνει αυτό το βήμα προς άλλες χώρες».

Πρέσβης Γουατεμάλας: Υποκλίνεται στο κουβανικό λαό και την κυβέρνηση γι’ αυτή την τόσο ανθρωπιστική χειρονομία προς αυτούς. «Αισθανόμαστε πολύ ευγνώμονες, δεν έχουμε λόγια για να εκφράσουμε τη χαρά μας, σήμερα είμαστε ελεύθεροι χάρη στην ενέργεια της Κούβας».

Πρόξενος Γουατεμάλας: «Αυτή την ανθρωπιστική πράξη της Κούβας δε θα μπορέσουμε να ξεχάσουμε, θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε προσωπικά τον αρχηγό, Φιντέλ Κάστρο».

Όσκαρ Γκοροστιάγα, υπεύθυνος εμπορικών σχέσεων της Παραγουάης στην Κολομβία:΄Είπε ότι ευχαριστεί για τις φροντίδες που δέχτηκε στη χώρα μας και ότι μόνο η συμμετοχή της Κούβας μπόρεσε να δώσει λύση στην κατάσταση.

Μόλις ένα μήνα μετά η κυβέρνηση της Κολομβίας κατηγόρησε την κουβανική κυβέρνηση ότι χρηματοδοτεί τους αντάρτες του Μ-19 και διακόπτει τις σχέσεις. Αυτή ήταν η ευγνωμοσύνη της στην ευγενική χειρονομία της Κούβας.

Στο βιβλίο του «Η ειρήνη της Κολομβίας» περιγράφει ο Φιντέλ:

«Η χώρα μας μπορούσε να κρατήσει διακριτική σιωπή απέναντι στον καταιγισμό συκοφαντιών, αλλά ποτέ δεν είπε ένα ψέμα. Δεν δώσαμε όπλα ούτε χρηματοδοτήσαμε το Μ-19. Η ίδια η κυβέρνηση του Τουρμπάι Αγιάλα [2] είχε δώσει στην οργάνωση ένα εκατομμύριο δολάρια όταν διαπραγματεύτηκε με το αρχηγείο τους. Τότε αυτό το ποσό είχε πολύ περισσότερη αξία απ’ ότι σήμερα. Μπορούσαν να αγοράσουν μ’ αυτό χιλιάδες όπλα. Ωστόσο, ούτε καν όταν ο Τουρμπάι Αγιάλα διέκοψε τις σχέσεις με την Κούβα κατηγορώντας την ότι οπλίζει το Μ-19, δε είπαμε μια λέξη γι’ αυτό το θέμα».

Στα μέσα της δεκαετίας του ’90, και χάρη στις καλές υπηρεσίες τους, πέτυχαν την απελευθέρωση του αδελφού του πρώην προέδρου Σέσαρ Γκαβιρία [3], ο οποίος κρατούνταν επί πολλές εβδομάδες από επαναστατική οργάνωση.

Ο Γκαβιρία, τότε γενικός γραμματέας του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών, τον ευχαρίστησε προσωπικά, για το οποίο ο Φιντέλ απάντησε: «Δεν υπάρχει κάτι για να με ευχαριστήσεις, ήταν καθήκον δικό μου και της χώρας μου». Δώδεκα χρόνια πριν η Κούβα είχε επίσης μεσολαβήσει σε επαναστατικές δυνάμεις της Κολομβίας για να απελευθερωθεί ο αδελφός του προέδρου Μπελισάριο Μπετανκούρ [4], ο οποίος ήταν όμηρος του Στρατού Εθνικής Απελευθέρωσης (ELN).

Στα τέλη της δεκαετίας του ’90 η οργάνωση FARC-EP και ο πρόεδρος Παστράνα [5] ξεκίνησαν διάλογο ειρήνευσης στο Σαν Βισέντε του Καγουάν, ζώνη ισχυρής επιρροής των ανταρτών. Ο Φιντέλ, για άλλη μια φορά, ήταν προετοιμασμένος και παρακολούθησε από κοντά την ανάπτυξη της διαδικασίας μέσω της κουβανικής διπλωματικής αντιπροσωπείας. Η θέση της Κούβας ήταν ξεκάθαρη από την αρχή:

«Παρόλο που μπορούμε να συνεισφέρουμε και να βοηθήσουμε και τα δύο μέρη, προτιμούμε να κρατήσουμε μια θέση πολύ συνετή και ένα προφίλ διακριτικό, καθώς πολλοί άνθρωποι, και μαζί η ίδια η κολομβιανή κυβέρνηση και τα μέσα ενημέρωσής της, θέλουν να μας δεσμεύσουν σε ένα ρόλο ενδιάμεσων ή μεσολαβητών, υπερτονίζοντας την επιρροή μας πάνω στο αντάρτικο». 

Επιπλέον ο Φιντέλ εξέφρασε καθαρά την προοπτική  οι συζητήσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές να λάβουν χώρα στην Αβάνα. Στο βιβλίο του διατυπώνει αυτή την πρόταση και περιγράφει ότι η Κούβα θα έβγαινε ενισχυμένη αν έβρισκε μια λύση για την Κολομβία ενόψει συνθηκών εντελώς καινούριων που είχαν δημιουργηθεί δεκαετίες μετά τον θρίαμβο της Κουβανικής Επανάστασης.

«Είχαμε προσφέρει το έδαφος μας ως έδρα για οποιαδήποτε συζήτηση ειρήνης, με τη μοναδική προϋπόθεση να μην συμμετέχουμε στις διαπραγματεύσεις, γιατί το πρόβλημα έπρεπε να λυθεί αποκλειστικά ανάμεσα σε κολομβιανούς χωρίς κανένα είδος ξένης πίεσης».

Κατά την πρώτη δεκαετία αυτού του αιώνα η Αβάνα ήταν σκηνικό των συζητήσεων ανάμεσα στον ELN και την κυβέρνηση του Άλβαρο Ουρίβε [6].

Επί σχεδόν επτά δεκαετίες, ο Φιντέλ έχει κάνει σημαντικές συνεισφορές στην επίτευξη της ειρήνης στην Κολομβία. Αυτές οι προσπάθειες σήμερα επιβραβεύονται με την υπογραφή της συμφωνίας οριστικής και διμερούς κατάπαυσης πυρός ανάμεσα στην κυβέρνηση Σάντος [7] και τις αντάρτικες δυνάμεις του FARC-EP. Οι προσπάθειες του κομαντάντε έδωσαν καρπούς και η Αβάνα έγινε η πρωτεύουσα της ειρήνης.

Από την παρουσίαση του βιβλίου "Η ειρήνη στην Κολομβία"
στο φεστιβάλ του Καράκας, Νοέμβρης 2008.

Κατεβάστε δωρεάν το βιβλίο του Φιντέλ “La paz en Colombia” (ισπανικά)


[1] Jorge Eliecer Gaitán Ayala (1903-1948). Φιλελεύθερος κολομβιανός πολιτικός, διετέλεσε δήμαρχος Μπογκοτά και υπουργός. Υποψήφιος για την προεδρία. Δολοφονήθηκε στις 9 Απριλίου 1948. Η δολοφονία του πυροδότησε λαϊκή εξέγερση, γνωστή και ως Μπογκοτάσο.
[2] Julio César Turbay Ayala (1916-2005). Πρόεδρος της Κολομβίας (1978-1982).
[3] César Augusto Gaviria Trujillo (1947). Πρόεδρος της Κολομβίας (1990-1994).
[4] Belisario Antonio Betancur Cuartas (1923). Πρόεδρος της Κολομβίας (1982-1986).
[5] Andrés Pastrana Arango (1954). Πρόεδρος της Κολομβίας (1998-2002).
[6] Álvaro Uribe Vélez (1952). Πρόεδρος της Κολομβίας (2002-2010).
[7] Juan Manuel Santos Calderón (1951). Ο νυν Πρόεδρος της Κολομβίας από το 2010.